Άκοπα, αβάδιστα
Σελίδα 1 από 1
23022012
Άκοπα, αβάδιστα
Το καλό και το κακό σε μια χώρα όπου ο ορθολογισμός μοιάζει με τον υποβολέα που μιλάει δυνατά την ώρα της παράστασης.
Δεν αποφασίζουμε ανάμεσα στο καλό και το κακό. Δεν απαντάμε για να λύσουμε κανένα τέτοιο δίλημμα. Η διάκριση του καλού από το κακό θέλει, εκτός από κριτήριο, και αξιακό σύστημα. Η σύγχρονη Ελλάδα, μπερδεμένη από τις επιλογές της, άπειρη στα ζωτικά διλήμματα, καλοζωισμένη και νωχελική σαν ευνουχισμένη γάτα, αδυνατεί να κάνει τέτοιες διακρίσεις. Δεν υπάρχει καλό ή κακό, χρήσιμο ή περιττό.Το ζητούμενο είναι το εύκολο.
Η Ελλάδα παραπαίει δυο χρόνια πάνω από τον γκρεμό. Το σύνολο των Ελλήνων υποστηρίζει πως το καταλαβαίνει. Ο καθένας με τον τρόπο του. Η κατανάλωση μειώνεται, ξαφνικά θεωρούμε παράλογο μια τσίχλα να κάνει 1,5 ευρώ (500 δραχμές δηλαδή), η γενιά των 700 ευρώ έγινε (ποιος να το περίμενε) η γενιά των προνομιούχων και τα κόμματα αναζητούν μια τελεία στον κατήφορο. Όλα αλλάζουν. Πώς, όμως, αλλάζουν;
Το μεγαλύτερο κόμμα της χώρας, η ΝΔ,τον καιρό της κρίσης θεώρησε πως πρέπει ν’ ανοίξει στην κοινωνία. Κι έτσι συμπεριέλαβε στις τάξεις του τον κύριο Μάκη Βορίδη. Στο διαδίκτυο υπάρχουν ακόμα φωτογραφίες του κυρίου υπουργού με το τσεκούρι στο χέρι να κυνηγά τους Αριστερούς ανθέλληνες στο κέντρο της Αθήνας. Άλλαξε μήπως; Όπως ο ίδιος δήλωσε σε συνέντευξή του, ήταν απλώς ένας «ακτιβιστής της Δεξιάς». Δεν μένει, λοιπόν, παρά ο Σαμαράς να περιμένει τη συγγραφή του βιβλίου Ο ακτιβιστικός ΑΓΩΝ μου από τον Μάκη Βορίδη.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως το μεγάλο του πολιτικό ερώτημα είναι ποιοι θα είναι οι ήρωες-εθελοντές που θα σηκώσουν στα χέρια τον Βενιζέλο για να τον οδηγήσουν ως τον θρόνο της αρχηγίας του κόμματος.
Μέσα σε αυτές τις πολιτικές ανακατατάξεις τα κόμματα βρίσκουν τον χρόνο να σώσουν την Ελλάδα.Τα ίδια που την κατέστρεψαν αποδίδουν στο παρελθόν μια αόριστη ευθύνη, για να καταλήξουν πως η μόνη που πραγματικά έχουν είναι η σωτηρία της χώρας.
Είναι σωστά ή λάθος όλα αυτά; Καλά ή κακά; Πολύ πριν από τις εκλογές, καλούμαστε ν’ απαντήσουμε σε όλα εκείνα τα διλήμματα που καθορίζουν τη χώρα. Μόνο που η ερώτηση για το αν είναι κάτι καλό ή κακό εσωτερικοποιείται μέσα μας και μετασχηματίζεται σε ένα άλλο δίλημμα: αν είναι εύκολο ή δύσκολο. Σωστό είναι ό,τι είναι εύκολο και λάθος ό,τι απαιτεί κόπο, σκέψη, αντίδραση. Ρωτάς κάποιον αν είναι σωστό αυτό που συμβαίνει και μέσα του αναρωτιέται αν είναι εύκολο γι’ αυτόν. Αν ναι, τότε είναι σωστό.
Στην Ελλάδα οι αντιθέσεις μοιάζουν να μην μπορούν να κινήσουν τις εξελίξεις. Κάνουν απλώς μασάζ στο μουδιασμένο κορμί της χώρας. Ο ορθολογισμός μοιάζει με τον υποβολέα που μιλάει δυνατά την ώρα της παράστασης. Σώζει τους ηθοποιούς, αλλά θυμίζει ότι είναι θέατρο.
Παρατηρώ την αντιπαράθεση του τελευταίου διαστήματος σχετικά με το αν έπρεπε να πάμε στη λύση ενός νέου μνημονίου ή στη στάση πληρωμών. Ο κόσμος για πρώτη φορά ανησυχεί, μιλά, αλλά, όπως συμβαίνει και με τις πολιτικές δυνάμεις, απαντά σε άλλα από τα πραγματικά διλήμματα. Στο δίλημμα, για παράδειγμα, αν πρέπει να χρεοκοπήσουμε, να περάσουμε μερικούς μήνες άσχημα για ν’ ανακάμψουμε, οι περισσότεροι λένε όχι, ακόμη και αν έχουν ως συμπέρασμα πως το άλλο σενάριο θα είναι καταστροφικό. Λύση είναι αυτό που δεν μας βάζει απέναντι στη δυσκολία.
Η αδράνεια, αυτή η τάση της κοινωνίας να διατηρεί την κινητική της κατάσταση, όπως ακριβώς συμβαίνει σε ένα αυτοκίνητο που φρενάρει απότομα, αλλά οι επιβάτες συνεχίζουν να πηγαίνουν μπροστά, είναι καταστροφική. Στις αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε για μια κατάσταση που αφορά το μέλλον απαντάμε με τη νοσταλγία για το παρελθόν. Απαντάμε «ναι» σε όποιον αφήσει να εννοηθεί, ή επιτρέψει σ’ εμάς να παρερμηνεύσουμε, πως μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε με την ευκολία.
«Άκοπα, αβάδιστα», όπως έλεγαν οι παλιές αγγελίες των εφημερίδων. Τρομάζουμε μπροστά στην πιθανότητα να χρειαστεί να κάνουμε κάτι. Όχι γιατί είμαστε τεμπέληδες, αλλά γιατί ταυτίσαμε τη ζωή και την επιτυχία με τη χωρίς κόπο εξασφάλιση. Οι τηλεοράσεις, οι πολιτικοί, το sex and the city του κινηματογράφου υπόσχονταν μια ζωή, όπου ο κόπος, το ζόρι, ήταν σχεδόν αρρώστια. Από το λαμόγιο των θαλασσοδανείων και των επιδοτήσεων ως τον διανοούμενο σκηνοθέτη που περίμενε να κάνει ταινία με τις επιδοτήσεις του κράτους σαν να είναι τα μπαμπάκια του θεσσαλικού κάμπου, όλοι συναίνεσαν στο συμπέρασμα πως αυτή είναι η ζωή.
Η ευκολία δεν δημιούργησε μόνο την πλαδαρότητα αλλά και την ομοθυμία. Όλοι συμφωνούσαν για να μη χαλάσει το πάρτι. Όποιος τολμούσε να πει κάτι άλλο ήταν αντιδραστικός, γραφικός και ασύμβατος. Όποιος χαλούσε τον κύκλο που ανατροφοδοτούσε τη μεταφυσική πίστη στην ευκολία ήταν μια μύγα μέσα στο γάλα που πρόσφερε η μεγάλη αγελάδα που γελάει σε κάποια διαφήμιση. Το γέλιο ήταν επίσης νομοτελειακό ζητούμενο.
Ακόμα και στις διαπροσωπικές σχέσεις, το «θέλω να γελάω» ήταν το σλόγκαν που συναγωνιζόταν τη συμπαντική ανοησία του Κοέλιο περί αυτού που θέλεις πάρα πολύ και άρα πρέπει να συμμαχήσουν μέχρι και τα δαχτυλίδια του Κρόνου για να το αποκτήσεις. Ο προβληματισμός θεωρήθηκε η κατάρα που απειλούσε την ευτυχία. Οποιαδήποτε ευτυχία η οποία προσδιοριζόταν ως η λύση της ευκολίας και όχι η ευκολία των λύσεων.
Και ξαφνικά ο κύκλος έσπασε, μαζί με τον κύκλο που ανατροφοδοτούσε με χρήμα τις φούσκες όλου του κόσμου. Τα ζευγάρια δεν θέλουν να γελούν αλλά να ζήσουν, οι άνθρωποι τρομάζουν από το ίδιο τους το κλάμα που ξαφνικά τους θυμίζει πως είναι και αυτό κάτι δικό τους και η επιπολαιότητα δεν μπορεί να γίνει ούτε σενάριο σε σίριαλ της προκοπής. Ανακαλύψαμε πως δεν είμαστε μόνοι, δεν μπορούμε να ζούμε μόνοι και ζούμε όταν ανασαίνουμε και όχι όταν γελάμε. Ανακαλύπτουμε πως η ζωή είναι ένα σύνολο από πράγματα που δεν ξορκίζονται, δεν εξαφανίζονται, φτύνοντας στον κόρφο μας με το ακριβό roll on, αλλά υπάρχουν. Και ευτυχία είναι η ικανοποίηση που νιώθουμε από την επιτυχή αντιμετώπισή τους.
Η ζωή έσπασε το γυαλί της τηλεόρασης και είναι μπροστά μας σαν μια από τις χειρότερες σκηνές της. Και δεν ξέρουμε ούτε ότι δεν είναι ταινία, ούτε πώς να την αντιμετωπίσουμε. Ποιο είναι το σωστό και ποιό το λάθος; Δυστυχώς, ακόμα μέσα μας απαντάμε «σωστό είναι το εύκολο».
Kώστας Βαξεβάνης
lifo.gr
Δεν αποφασίζουμε ανάμεσα στο καλό και το κακό. Δεν απαντάμε για να λύσουμε κανένα τέτοιο δίλημμα. Η διάκριση του καλού από το κακό θέλει, εκτός από κριτήριο, και αξιακό σύστημα. Η σύγχρονη Ελλάδα, μπερδεμένη από τις επιλογές της, άπειρη στα ζωτικά διλήμματα, καλοζωισμένη και νωχελική σαν ευνουχισμένη γάτα, αδυνατεί να κάνει τέτοιες διακρίσεις. Δεν υπάρχει καλό ή κακό, χρήσιμο ή περιττό.Το ζητούμενο είναι το εύκολο.
Η Ελλάδα παραπαίει δυο χρόνια πάνω από τον γκρεμό. Το σύνολο των Ελλήνων υποστηρίζει πως το καταλαβαίνει. Ο καθένας με τον τρόπο του. Η κατανάλωση μειώνεται, ξαφνικά θεωρούμε παράλογο μια τσίχλα να κάνει 1,5 ευρώ (500 δραχμές δηλαδή), η γενιά των 700 ευρώ έγινε (ποιος να το περίμενε) η γενιά των προνομιούχων και τα κόμματα αναζητούν μια τελεία στον κατήφορο. Όλα αλλάζουν. Πώς, όμως, αλλάζουν;
Το μεγαλύτερο κόμμα της χώρας, η ΝΔ,τον καιρό της κρίσης θεώρησε πως πρέπει ν’ ανοίξει στην κοινωνία. Κι έτσι συμπεριέλαβε στις τάξεις του τον κύριο Μάκη Βορίδη. Στο διαδίκτυο υπάρχουν ακόμα φωτογραφίες του κυρίου υπουργού με το τσεκούρι στο χέρι να κυνηγά τους Αριστερούς ανθέλληνες στο κέντρο της Αθήνας. Άλλαξε μήπως; Όπως ο ίδιος δήλωσε σε συνέντευξή του, ήταν απλώς ένας «ακτιβιστής της Δεξιάς». Δεν μένει, λοιπόν, παρά ο Σαμαράς να περιμένει τη συγγραφή του βιβλίου Ο ακτιβιστικός ΑΓΩΝ μου από τον Μάκη Βορίδη.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως το μεγάλο του πολιτικό ερώτημα είναι ποιοι θα είναι οι ήρωες-εθελοντές που θα σηκώσουν στα χέρια τον Βενιζέλο για να τον οδηγήσουν ως τον θρόνο της αρχηγίας του κόμματος.
Μέσα σε αυτές τις πολιτικές ανακατατάξεις τα κόμματα βρίσκουν τον χρόνο να σώσουν την Ελλάδα.Τα ίδια που την κατέστρεψαν αποδίδουν στο παρελθόν μια αόριστη ευθύνη, για να καταλήξουν πως η μόνη που πραγματικά έχουν είναι η σωτηρία της χώρας.
Είναι σωστά ή λάθος όλα αυτά; Καλά ή κακά; Πολύ πριν από τις εκλογές, καλούμαστε ν’ απαντήσουμε σε όλα εκείνα τα διλήμματα που καθορίζουν τη χώρα. Μόνο που η ερώτηση για το αν είναι κάτι καλό ή κακό εσωτερικοποιείται μέσα μας και μετασχηματίζεται σε ένα άλλο δίλημμα: αν είναι εύκολο ή δύσκολο. Σωστό είναι ό,τι είναι εύκολο και λάθος ό,τι απαιτεί κόπο, σκέψη, αντίδραση. Ρωτάς κάποιον αν είναι σωστό αυτό που συμβαίνει και μέσα του αναρωτιέται αν είναι εύκολο γι’ αυτόν. Αν ναι, τότε είναι σωστό.
Στην Ελλάδα οι αντιθέσεις μοιάζουν να μην μπορούν να κινήσουν τις εξελίξεις. Κάνουν απλώς μασάζ στο μουδιασμένο κορμί της χώρας. Ο ορθολογισμός μοιάζει με τον υποβολέα που μιλάει δυνατά την ώρα της παράστασης. Σώζει τους ηθοποιούς, αλλά θυμίζει ότι είναι θέατρο.
Παρατηρώ την αντιπαράθεση του τελευταίου διαστήματος σχετικά με το αν έπρεπε να πάμε στη λύση ενός νέου μνημονίου ή στη στάση πληρωμών. Ο κόσμος για πρώτη φορά ανησυχεί, μιλά, αλλά, όπως συμβαίνει και με τις πολιτικές δυνάμεις, απαντά σε άλλα από τα πραγματικά διλήμματα. Στο δίλημμα, για παράδειγμα, αν πρέπει να χρεοκοπήσουμε, να περάσουμε μερικούς μήνες άσχημα για ν’ ανακάμψουμε, οι περισσότεροι λένε όχι, ακόμη και αν έχουν ως συμπέρασμα πως το άλλο σενάριο θα είναι καταστροφικό. Λύση είναι αυτό που δεν μας βάζει απέναντι στη δυσκολία.
Η αδράνεια, αυτή η τάση της κοινωνίας να διατηρεί την κινητική της κατάσταση, όπως ακριβώς συμβαίνει σε ένα αυτοκίνητο που φρενάρει απότομα, αλλά οι επιβάτες συνεχίζουν να πηγαίνουν μπροστά, είναι καταστροφική. Στις αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε για μια κατάσταση που αφορά το μέλλον απαντάμε με τη νοσταλγία για το παρελθόν. Απαντάμε «ναι» σε όποιον αφήσει να εννοηθεί, ή επιτρέψει σ’ εμάς να παρερμηνεύσουμε, πως μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε με την ευκολία.
«Άκοπα, αβάδιστα», όπως έλεγαν οι παλιές αγγελίες των εφημερίδων. Τρομάζουμε μπροστά στην πιθανότητα να χρειαστεί να κάνουμε κάτι. Όχι γιατί είμαστε τεμπέληδες, αλλά γιατί ταυτίσαμε τη ζωή και την επιτυχία με τη χωρίς κόπο εξασφάλιση. Οι τηλεοράσεις, οι πολιτικοί, το sex and the city του κινηματογράφου υπόσχονταν μια ζωή, όπου ο κόπος, το ζόρι, ήταν σχεδόν αρρώστια. Από το λαμόγιο των θαλασσοδανείων και των επιδοτήσεων ως τον διανοούμενο σκηνοθέτη που περίμενε να κάνει ταινία με τις επιδοτήσεις του κράτους σαν να είναι τα μπαμπάκια του θεσσαλικού κάμπου, όλοι συναίνεσαν στο συμπέρασμα πως αυτή είναι η ζωή.
Η ευκολία δεν δημιούργησε μόνο την πλαδαρότητα αλλά και την ομοθυμία. Όλοι συμφωνούσαν για να μη χαλάσει το πάρτι. Όποιος τολμούσε να πει κάτι άλλο ήταν αντιδραστικός, γραφικός και ασύμβατος. Όποιος χαλούσε τον κύκλο που ανατροφοδοτούσε τη μεταφυσική πίστη στην ευκολία ήταν μια μύγα μέσα στο γάλα που πρόσφερε η μεγάλη αγελάδα που γελάει σε κάποια διαφήμιση. Το γέλιο ήταν επίσης νομοτελειακό ζητούμενο.
Ακόμα και στις διαπροσωπικές σχέσεις, το «θέλω να γελάω» ήταν το σλόγκαν που συναγωνιζόταν τη συμπαντική ανοησία του Κοέλιο περί αυτού που θέλεις πάρα πολύ και άρα πρέπει να συμμαχήσουν μέχρι και τα δαχτυλίδια του Κρόνου για να το αποκτήσεις. Ο προβληματισμός θεωρήθηκε η κατάρα που απειλούσε την ευτυχία. Οποιαδήποτε ευτυχία η οποία προσδιοριζόταν ως η λύση της ευκολίας και όχι η ευκολία των λύσεων.
Και ξαφνικά ο κύκλος έσπασε, μαζί με τον κύκλο που ανατροφοδοτούσε με χρήμα τις φούσκες όλου του κόσμου. Τα ζευγάρια δεν θέλουν να γελούν αλλά να ζήσουν, οι άνθρωποι τρομάζουν από το ίδιο τους το κλάμα που ξαφνικά τους θυμίζει πως είναι και αυτό κάτι δικό τους και η επιπολαιότητα δεν μπορεί να γίνει ούτε σενάριο σε σίριαλ της προκοπής. Ανακαλύψαμε πως δεν είμαστε μόνοι, δεν μπορούμε να ζούμε μόνοι και ζούμε όταν ανασαίνουμε και όχι όταν γελάμε. Ανακαλύπτουμε πως η ζωή είναι ένα σύνολο από πράγματα που δεν ξορκίζονται, δεν εξαφανίζονται, φτύνοντας στον κόρφο μας με το ακριβό roll on, αλλά υπάρχουν. Και ευτυχία είναι η ικανοποίηση που νιώθουμε από την επιτυχή αντιμετώπισή τους.
Η ζωή έσπασε το γυαλί της τηλεόρασης και είναι μπροστά μας σαν μια από τις χειρότερες σκηνές της. Και δεν ξέρουμε ούτε ότι δεν είναι ταινία, ούτε πώς να την αντιμετωπίσουμε. Ποιο είναι το σωστό και ποιό το λάθος; Δυστυχώς, ακόμα μέσα μας απαντάμε «σωστό είναι το εύκολο».
Kώστας Βαξεβάνης
lifo.gr
sellos- Respected
- Αριθμός μηνυμάτων : 25978
Ηλικία : 15
Τόπος : ΑΘΗΝΑ
Ομάδα :
Registration date : 01/11/2008
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης