Tο ποδοσφαιρο που αγαπήσαμε
Σελίδα 1 από 1
27072010
Tο ποδοσφαιρο που αγαπήσαμε
TO ΠOΔOΣΦAIPO που αγαπήσαμε μπήκε στη ζωή μας τη φθινοπωριάτικη Kυριακή που, κρεμασμένοι απ’ το χέρι του πατέρα, περάσαμε απο «την άλλη μεριά» της μάντρας, στην αυλή των θαυμάτων της μπάλας.
Tη μέρα που, σπρωγμένοι απο το ένστικτο της παράβασης που το λένε περιέργεια, πηδήσαμε τη μάντρα του γηπέδου και βρεθήκαμε στο απαγορευμένο.
Tο πρωί μιας Δευτέρας, πριν απο την προσευχή, που υποβληθήκαμε με αξιοπρέπεια αδάκρυτη και αποστομωτική, στην καζούρα όλης της τάξης για την κυριακάτικη ήττα της ομάδας μας. Tο απόγευμα ενός Σαββάτου, μετά το σχολείο, όταν οι «μεγάλοι» της Eκτης, που «έβαζαν πόδια» για δίτερμα, μας ξεχώρισαν μέσα απ’ το πλήθος και «μας πήραν στην ομάδα τους», μπακότερμα.
Tο σούρουπο που, φτάνοντας αργά στο σπίτι, τσακισμένοι απ’ το κυνήγι της μπάλας, ακούσαμε απ’ τη μητέρα μας εκείνο το αιώνιο: «Περί- μενε το βράδυ που θα ’ρθει ο πατέ- ρας σου...», εκείνη τη συγκαλυμμένη απειλή, που κάθε φορά ξυπνούσε μέσα μας όλη την αγανάκτηση του υπόδικου, αλλά που αυτή τη φορά μας άφησε αδιάφορους, γιατί είμασταν ακόμα μεθυσμένοι από το «μπράβο» που –αστραφτερό σαν νεόκοπο τάλιρο– είχαμε κερδίσει πριν από λίγο στην αλάνα...
Eτσι ξεκίνησε. Kαι ακολούθησε ό,τι συνήθως πηγαίνει παρέα με τις αγάπες: χτυποκάρδια και λαχτάρες, γέλια και λύπες, απογευματινά ραντεβού στα κλεφτά που κατέληγαν να πηγαίνεις αδιάβαστος την άλλη μέρα στο σχολείο, επιπλήξεις στον εαυτό σου πως δεν θα επιτρέψεις ξανά να σε εκθέσει στον καθηγητή και σ’ όλη την τάξη –γιατί ήσουν τώρα και συ μεγάλος, της Eκτης–, διαψεύσεις και μοναχικά κυριακάτικα βράδια, χαρές ουρανομήκεις και ήττες που αντηχούσαν τελεσίδικες, φιλίες που σφυρηλατήθηκαν δυνατές, έχθρες που ορκίστηκαν να μείνουν παντοτινές. Συναισθηματική αγωγή. Προπαιδεία ζωής.
Στο μεταξύ, άλλαζαν όλα γύρω και εντός. Aθόρυβα, ανεπαίσθητα, ανεπιστρεπτί. Oπως συμβαίνει πάντα. H ατίθαση που αγαπήσαμε σε αλάνες και σε χωματένια γήπεδα τις Kυριακές, με τα μακρινά γραμμόφωνα που διαβεβαίωναν «μην απελπίζεσαι και δεν θ’ αργήσει», η αδέσποτη, που όλο αργούσε, άλλαξε γούστα και γειτονιές –ή μήπως είμασταν εμείς εκείνοι που πρώτοι απ’ τους φίλους της γειτονιάς μετακομισαν σε διαμέρισμα;–, στα αυτοποτιζόμενα γρασίδια, άρχισε να κάνει παρέες με κάτι άσχετους, ρούχο και παπούτσι φο- ράει μόνο σινιέ, πηγαινοέρχεται στις Eυρώπες και μόνο στην τηλεόραση βλέπεται πια...
Δεν αξίζει, λένε οι φίλοι. Δεν αξίζει τον κόπο η διαδρομή ώς το γήπεδο.
Δεν υπάρχει διαδρομή, θέλουν να πουν, δεν υπάρχει δρόμος πίσω στην αλάνα και στο χωματένιο γήπεδο, στη μάντρα με τα σπασμένα γυαλιά στην κορυφή, στα δέντρα που σκα- λώναμε σαν γατιά για να δούμε τον Mανταλόζη, τον Σεραφείδη, τον Δαρίβα, τον Mουράτη, τον Nέστορα, τον Πανάκη, τους Λουκανίδηδες, τον Σιδέρη, τον Yφαντή, τον Σταματιάδη, τον Παπαμανόλη να μας εκπροσωπούν... Kαι το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε, είμαστε εμείς – και τα πολλά που μάθαμε για τον εαυτό μας και για τη ζωή απ’ τις παρέες μας μαζί του
Tου ύψους και του πάθους... «Mια φωτογραφία ενδεικτική της κοσμοπλημμύρας, η οποία εσημειώθη την παρελθούσαν Kυριακήν εις τας Σέρρας», γράφει η λεζάντα της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη», της Tετάρτης 23 Φεβρουαρίου 1966. Hταν Kυριακή 20 Φεβρουαρίου, ο αγώνας ήταν ανάμεσα στον Πανσερραϊκό και τον Oλυμπιακό, και το τελικό σκορ ήταν 1–1. Tη φωτογραφία διέσωσε ο ποιητής Mανόλης Aναγνωστάκης, για το αρχείο του Γ. Zεβελάκη.
Κωστής Πουργός
Tη μέρα που, σπρωγμένοι απο το ένστικτο της παράβασης που το λένε περιέργεια, πηδήσαμε τη μάντρα του γηπέδου και βρεθήκαμε στο απαγορευμένο.
Tο πρωί μιας Δευτέρας, πριν απο την προσευχή, που υποβληθήκαμε με αξιοπρέπεια αδάκρυτη και αποστομωτική, στην καζούρα όλης της τάξης για την κυριακάτικη ήττα της ομάδας μας. Tο απόγευμα ενός Σαββάτου, μετά το σχολείο, όταν οι «μεγάλοι» της Eκτης, που «έβαζαν πόδια» για δίτερμα, μας ξεχώρισαν μέσα απ’ το πλήθος και «μας πήραν στην ομάδα τους», μπακότερμα.
Tο σούρουπο που, φτάνοντας αργά στο σπίτι, τσακισμένοι απ’ το κυνήγι της μπάλας, ακούσαμε απ’ τη μητέρα μας εκείνο το αιώνιο: «Περί- μενε το βράδυ που θα ’ρθει ο πατέ- ρας σου...», εκείνη τη συγκαλυμμένη απειλή, που κάθε φορά ξυπνούσε μέσα μας όλη την αγανάκτηση του υπόδικου, αλλά που αυτή τη φορά μας άφησε αδιάφορους, γιατί είμασταν ακόμα μεθυσμένοι από το «μπράβο» που –αστραφτερό σαν νεόκοπο τάλιρο– είχαμε κερδίσει πριν από λίγο στην αλάνα...
Eτσι ξεκίνησε. Kαι ακολούθησε ό,τι συνήθως πηγαίνει παρέα με τις αγάπες: χτυποκάρδια και λαχτάρες, γέλια και λύπες, απογευματινά ραντεβού στα κλεφτά που κατέληγαν να πηγαίνεις αδιάβαστος την άλλη μέρα στο σχολείο, επιπλήξεις στον εαυτό σου πως δεν θα επιτρέψεις ξανά να σε εκθέσει στον καθηγητή και σ’ όλη την τάξη –γιατί ήσουν τώρα και συ μεγάλος, της Eκτης–, διαψεύσεις και μοναχικά κυριακάτικα βράδια, χαρές ουρανομήκεις και ήττες που αντηχούσαν τελεσίδικες, φιλίες που σφυρηλατήθηκαν δυνατές, έχθρες που ορκίστηκαν να μείνουν παντοτινές. Συναισθηματική αγωγή. Προπαιδεία ζωής.
Στο μεταξύ, άλλαζαν όλα γύρω και εντός. Aθόρυβα, ανεπαίσθητα, ανεπιστρεπτί. Oπως συμβαίνει πάντα. H ατίθαση που αγαπήσαμε σε αλάνες και σε χωματένια γήπεδα τις Kυριακές, με τα μακρινά γραμμόφωνα που διαβεβαίωναν «μην απελπίζεσαι και δεν θ’ αργήσει», η αδέσποτη, που όλο αργούσε, άλλαξε γούστα και γειτονιές –ή μήπως είμασταν εμείς εκείνοι που πρώτοι απ’ τους φίλους της γειτονιάς μετακομισαν σε διαμέρισμα;–, στα αυτοποτιζόμενα γρασίδια, άρχισε να κάνει παρέες με κάτι άσχετους, ρούχο και παπούτσι φο- ράει μόνο σινιέ, πηγαινοέρχεται στις Eυρώπες και μόνο στην τηλεόραση βλέπεται πια...
Δεν αξίζει, λένε οι φίλοι. Δεν αξίζει τον κόπο η διαδρομή ώς το γήπεδο.
Δεν υπάρχει διαδρομή, θέλουν να πουν, δεν υπάρχει δρόμος πίσω στην αλάνα και στο χωματένιο γήπεδο, στη μάντρα με τα σπασμένα γυαλιά στην κορυφή, στα δέντρα που σκα- λώναμε σαν γατιά για να δούμε τον Mανταλόζη, τον Σεραφείδη, τον Δαρίβα, τον Mουράτη, τον Nέστορα, τον Πανάκη, τους Λουκανίδηδες, τον Σιδέρη, τον Yφαντή, τον Σταματιάδη, τον Παπαμανόλη να μας εκπροσωπούν... Kαι το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε, είμαστε εμείς – και τα πολλά που μάθαμε για τον εαυτό μας και για τη ζωή απ’ τις παρέες μας μαζί του
Tου ύψους και του πάθους... «Mια φωτογραφία ενδεικτική της κοσμοπλημμύρας, η οποία εσημειώθη την παρελθούσαν Kυριακήν εις τας Σέρρας», γράφει η λεζάντα της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη», της Tετάρτης 23 Φεβρουαρίου 1966. Hταν Kυριακή 20 Φεβρουαρίου, ο αγώνας ήταν ανάμεσα στον Πανσερραϊκό και τον Oλυμπιακό, και το τελικό σκορ ήταν 1–1. Tη φωτογραφία διέσωσε ο ποιητής Mανόλης Aναγνωστάκης, για το αρχείο του Γ. Zεβελάκη.
Κωστής Πουργός
Έχει επεξεργασθεί από τον/την sellos στις Τρι 27 Ιουλ 2010 - 18:37, 1 φορά
sellos- Respected
- Αριθμός μηνυμάτων : 25978
Ηλικία : 15
Τόπος : ΑΘΗΝΑ
Ομάδα :
Registration date : 01/11/2008
Tο ποδοσφαιρο που αγαπήσαμε :: Σχόλια
Απ: Tο ποδοσφαιρο που αγαπήσαμε
συνηθως όταν "ροκάρει" ο duhan βαζει το μυαλο μου σε σκεψη..
και θα πει καποιος τι σχεση εχεις εσυ με αυτήν την εποχή?
καμια...ισα-ίσα που πρόλαβα τον αποηχό της..
αναρωτιέμαι όμως πολλες φορες
αν ειναι αντιπαθητικες οι ομαδες που παιζουν μεταξυ συγγενων και φίλων
ή εγινε αντιπαθητικο το ιδιο το ποδοσφαιρο που ως κοινωνικο φαινόμενο
εγκλωβήστηκε σε άλλου ειδους μονοπατια...
και δεν καταφερνει πλεον να συγκινει τα πλήθη..
και θα πει καποιος τι σχεση εχεις εσυ με αυτήν την εποχή?
καμια...ισα-ίσα που πρόλαβα τον αποηχό της..
αναρωτιέμαι όμως πολλες φορες
αν ειναι αντιπαθητικες οι ομαδες που παιζουν μεταξυ συγγενων και φίλων
ή εγινε αντιπαθητικο το ιδιο το ποδοσφαιρο που ως κοινωνικο φαινόμενο
εγκλωβήστηκε σε άλλου ειδους μονοπατια...
και δεν καταφερνει πλεον να συγκινει τα πλήθη..
Παρόμοια θέματα
» ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ CULT ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ - Οι ατάκες που αγαπήσαμε
» Τα “κανόνια” αλλάζουν τα δεδομένα στo ποδόσφαιρο
» ΘΩΜΑΣ vs ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
» «Φύλαγαν το... ποδόσφαιρο!»
» Ελλάδα vs Ευρώπη (ποδόσφαιρο)
» Τα “κανόνια” αλλάζουν τα δεδομένα στo ποδόσφαιρο
» ΘΩΜΑΣ vs ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
» «Φύλαγαν το... ποδόσφαιρο!»
» Ελλάδα vs Ευρώπη (ποδόσφαιρο)
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης