Κύπρος: Το προοίμιο μιας τραγωδίας
Σελίδα 1 από 1
15072010
Κύπρος: Το προοίμιο μιας τραγωδίας
Η κυπριακή τραγωδία δεν ξεκίνησε με την τουρκική εισβολή, προκύπτοντας εκ του μηδενός. Με αφορμή τη συμπλήρωση 36 χρόνων από το πραξικόπημα της αθηναϊκής χούντας στη μεγαλόνησο αξίζει να ανατρέξουμε στο γεγονός και να οδηγηθούμε σε συμπεράσματα που αφορούν το χθες, το σήμερα και το αύριο της Κύπρου.
Στις 15 Ιουλίου του 1974, γύρω στις 8.15`, από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς, τανκς έκαναν την εμφάνισή τους, με κατευθύνσεις το Προεδρικό Μέγαρο, το κτίριο Τηλεπικοινωνιών και το κτίριο της Αρχιεπισκοπής. Τα τανκς συνήθιζαν να βγαίνουν καθημερινά στους δρόμους για να πραγματοποιήσουν ασκήσεις, όμως αυτή τη φορά τα πράγματα θα έπαιρναν ήταν τελείως διαφορετική τροπή.
Δεν πέρασε πολύ ώρα από την εμφάνιση των τεθωρακισμένων και οι πυροβολισμοί που ακούγονταν από διάφορα σημεία προκάλεσαν αναταραχή σε ολόκληρη την κυπριακή πρωτεύουσα. Εκείνη την ώρα, ο Μακάριος υποδεχόταν στο Προεδρικό Μέγαρο Έλληνες μαθητές από σχολεία της Αλεξάνδρειας και προτού αρχίσει η τελετή υποδοχής, τα άρματα μάχης, που είχαν φτάσει απέξω, άρχισαν να βάλλουν κατά του Προεδρικού Μεγάρου.
Στόχος εκτός από το Μέγαρο της Αρχιεπισκοπής, ήταν το κτίριο των Τηλεπικοινωνιών, το Αρχηγείο της αστυνομίας, το στρατόπεδο του εφεδρικού σώματος και το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), ενώ άνδρες της ΕΛΔΥΚ επιτέθηκαν στον Αερολιμένα της Λευκωσίας. Η αντίσταση που εκδηλώθηκε ήταν έντονη αλλά όχι τόση ώστε να υπερισχύσει των πραξικοπηματιών. 'Έτσι, μετά από δύο ώρες περίπου, η Λευκωσία ανήκε πια στη Χούντα και η θέση του προέδρου στο Νίκο Σαμψών. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε αργότερα εκείνο το πρωί με τη μετάδοση της παρακάτω ανακοίνωσης:
«Σήμερον την πρωίαν, η Εθνική Φρουρά επενέβη διά να σταματήση τον αδελφοκτόνον πόλεμον. Η Εθνική Φρουρά είναι την στιγμήν αυτήν κυρία της καταστάσεως. Ο Μακάριος είναι νεκρός».
Βέβαια, ο Μακάριος είχε προλάβει να διαφύγει στην Πάφο απ' όπου, σ' έναν τοπικό ραδιοσταθμό που, ενώ λειτουργούσε ως λήψεως, τον έκαναν και αναμεταδόσεως, απηύθυνε διάγγελμα προς τον κυπριακό λαό. Εν τω μεταξύ, μεγάλη στρατιωτική δύναμη από τη χούντα στη Λευκωσία, διατεταγμένη από την Αθήνα, ξεκίνησε για την Πάφο. Την άλλη μέρα ελικόπτερο της Ειρηνευτικής Δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο μετέφερε τον Μακάριο στη βρετανική στρατιωτική βάση της Επισκοπής, κοντά στη Λεμεσό, και από εκεί ένα στρατιωτικό αεροπλάνο τον πήγε στη Μάλτα. Από εκεί, στην Αγγλία και στην Αμερική. Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο στις 7 Δεκεμβρίου 1974, χωρίς αντιπραξικόπημα, χωρίς καμιά βίαιη αντενέργεια, και ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Οι καταθέσεις των πρωταγωνιστών του πραξικοπήματος στην επιτροπή της Βουλής, αποκάλυψαν ότι η χούντα των Αθηνών είχε αποφασίσει, τουλάχιστον, από τις αρχές του 1974 την πραξικοπηματική ανατροπή του Μακαρίου με πρωτοβουλία του αόρατου δικτάτορα Δ. Ιωαννίδη. Σκοπός των δικτατόρων Σαμψών και Ιωαννίδη ήταν η απαλοιφή του τουρκοκυπριακού στοιχείου και η άμεση προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα.
Το πραξικόπημα πυροδοτεί ταυτόχρονα εξελίξεις στην Άγκυρα που εμφανίζεται αποφασισμένη να αναλάβει στρατιωτική δράση εις βάρος της Κύπρου. Παρά τις παραινέσεις του Βρετανού ομολόγου του, Χάρολντ Ουίλσον, και του υπουργού Εξωτερικών, Τζέιμς Κάλαχαν, ο τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ βλέπει ως μόνη λύση την εισβολή στην Κύπρο. Ο έκτακτος απεσταλμένος του αμερικανού υπουργού εξωτερικών, Κίσινγκερ, υφυπουργός εξωτερικών, Τζο Σίσκο, προσπαθεί με συνεχείς διαβουλεύσεις μεταξύ Λονδίνου - Άγκυρας και Αθηνών, να αποτρέψει τα χειρότερα, αλλά αποτυγχάνει.
Έτσι φτάνουμε στο πρωί της 20ης Ιουλίου του 1974.Ο κυπριακός ουρανός σκοτεινιάζει από τα στρατιωτικά αεροσκάφη της Τουρκίας και τους αλεξιπτωτιστές που πέφτουν μαζικά. Παράλληλα, δυνάμεις πεζικού της Τουρκίας αποβιβάζονται στις παραλίες της Κερύνειας. Ο «Αττίλας» βρισκόταν στην Κύπρο για να γράψει το τέλος του προοιμίου μιας τραγωδίας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα...
ΠΗΓΗ:tvxs
Στις 15 Ιουλίου του 1974, γύρω στις 8.15`, από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς, τανκς έκαναν την εμφάνισή τους, με κατευθύνσεις το Προεδρικό Μέγαρο, το κτίριο Τηλεπικοινωνιών και το κτίριο της Αρχιεπισκοπής. Τα τανκς συνήθιζαν να βγαίνουν καθημερινά στους δρόμους για να πραγματοποιήσουν ασκήσεις, όμως αυτή τη φορά τα πράγματα θα έπαιρναν ήταν τελείως διαφορετική τροπή.
Δεν πέρασε πολύ ώρα από την εμφάνιση των τεθωρακισμένων και οι πυροβολισμοί που ακούγονταν από διάφορα σημεία προκάλεσαν αναταραχή σε ολόκληρη την κυπριακή πρωτεύουσα. Εκείνη την ώρα, ο Μακάριος υποδεχόταν στο Προεδρικό Μέγαρο Έλληνες μαθητές από σχολεία της Αλεξάνδρειας και προτού αρχίσει η τελετή υποδοχής, τα άρματα μάχης, που είχαν φτάσει απέξω, άρχισαν να βάλλουν κατά του Προεδρικού Μεγάρου.
Στόχος εκτός από το Μέγαρο της Αρχιεπισκοπής, ήταν το κτίριο των Τηλεπικοινωνιών, το Αρχηγείο της αστυνομίας, το στρατόπεδο του εφεδρικού σώματος και το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), ενώ άνδρες της ΕΛΔΥΚ επιτέθηκαν στον Αερολιμένα της Λευκωσίας. Η αντίσταση που εκδηλώθηκε ήταν έντονη αλλά όχι τόση ώστε να υπερισχύσει των πραξικοπηματιών. 'Έτσι, μετά από δύο ώρες περίπου, η Λευκωσία ανήκε πια στη Χούντα και η θέση του προέδρου στο Νίκο Σαμψών. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε αργότερα εκείνο το πρωί με τη μετάδοση της παρακάτω ανακοίνωσης:
«Σήμερον την πρωίαν, η Εθνική Φρουρά επενέβη διά να σταματήση τον αδελφοκτόνον πόλεμον. Η Εθνική Φρουρά είναι την στιγμήν αυτήν κυρία της καταστάσεως. Ο Μακάριος είναι νεκρός».
Βέβαια, ο Μακάριος είχε προλάβει να διαφύγει στην Πάφο απ' όπου, σ' έναν τοπικό ραδιοσταθμό που, ενώ λειτουργούσε ως λήψεως, τον έκαναν και αναμεταδόσεως, απηύθυνε διάγγελμα προς τον κυπριακό λαό. Εν τω μεταξύ, μεγάλη στρατιωτική δύναμη από τη χούντα στη Λευκωσία, διατεταγμένη από την Αθήνα, ξεκίνησε για την Πάφο. Την άλλη μέρα ελικόπτερο της Ειρηνευτικής Δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο μετέφερε τον Μακάριο στη βρετανική στρατιωτική βάση της Επισκοπής, κοντά στη Λεμεσό, και από εκεί ένα στρατιωτικό αεροπλάνο τον πήγε στη Μάλτα. Από εκεί, στην Αγγλία και στην Αμερική. Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο στις 7 Δεκεμβρίου 1974, χωρίς αντιπραξικόπημα, χωρίς καμιά βίαιη αντενέργεια, και ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Οι καταθέσεις των πρωταγωνιστών του πραξικοπήματος στην επιτροπή της Βουλής, αποκάλυψαν ότι η χούντα των Αθηνών είχε αποφασίσει, τουλάχιστον, από τις αρχές του 1974 την πραξικοπηματική ανατροπή του Μακαρίου με πρωτοβουλία του αόρατου δικτάτορα Δ. Ιωαννίδη. Σκοπός των δικτατόρων Σαμψών και Ιωαννίδη ήταν η απαλοιφή του τουρκοκυπριακού στοιχείου και η άμεση προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα.
Το πραξικόπημα πυροδοτεί ταυτόχρονα εξελίξεις στην Άγκυρα που εμφανίζεται αποφασισμένη να αναλάβει στρατιωτική δράση εις βάρος της Κύπρου. Παρά τις παραινέσεις του Βρετανού ομολόγου του, Χάρολντ Ουίλσον, και του υπουργού Εξωτερικών, Τζέιμς Κάλαχαν, ο τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ βλέπει ως μόνη λύση την εισβολή στην Κύπρο. Ο έκτακτος απεσταλμένος του αμερικανού υπουργού εξωτερικών, Κίσινγκερ, υφυπουργός εξωτερικών, Τζο Σίσκο, προσπαθεί με συνεχείς διαβουλεύσεις μεταξύ Λονδίνου - Άγκυρας και Αθηνών, να αποτρέψει τα χειρότερα, αλλά αποτυγχάνει.
Έτσι φτάνουμε στο πρωί της 20ης Ιουλίου του 1974.Ο κυπριακός ουρανός σκοτεινιάζει από τα στρατιωτικά αεροσκάφη της Τουρκίας και τους αλεξιπτωτιστές που πέφτουν μαζικά. Παράλληλα, δυνάμεις πεζικού της Τουρκίας αποβιβάζονται στις παραλίες της Κερύνειας. Ο «Αττίλας» βρισκόταν στην Κύπρο για να γράψει το τέλος του προοιμίου μιας τραγωδίας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα...
ΠΗΓΗ:tvxs
Έχει επεξεργασθεί από τον/την sellos στις Τετ 18 Ιουλ 2012 - 16:22, 4 φορές συνολικά
sellos- Respected
- Αριθμός μηνυμάτων : 25978
Ηλικία : 15
Τόπος : ΑΘΗΝΑ
Ομάδα :
Registration date : 01/11/2008
Κύπρος: Το προοίμιο μιας τραγωδίας :: Σχόλια
Απ: Κύπρος: Το προοίμιο μιας τραγωδίας
Η τραγωδία άρχισε πριν από τον «Αττίλα»
Κάτι λιγότερο από δεκατέσσερα χρόνια ελευθερίας και ανεξαρτησίας πρόλαβαν να χαρούν οι Κύπριοι: από τις 15 Αυγούστου 1960, οπότε η Κύπρος ανακηρύχθηκε επίσημα ανεξάρτητο κράτος ύστερα από 82 ετών βρετανική κατοχή, μέχρι τις 20 Ιουλίου του 1974, ημέρα που έγινε η τουρκική εισβολή εξ αιτίας της οποίας το νησί είναι ακόμη και σήμερα, 36 χρόνια μετά, διχοτομημένο.
Άρθρο της εφημερίδας "Τα Νέα", Τρίτη 20/07/2010
Και φαίνεται πως η τύχη της ήταν από την αρχή προδιαγεγραμμένη, αφού η περιβόητη Συμφωνία της Ζυρίχης μεταξύ των εγγυητριών δυνάμεων Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας με τη συμμετοχή και κυπριακής αντιπροσωπείας υπό τον Μακάριο, η οποία είχε επιτευχθεί λίγους μήνες νωρίτερα (φθινόπωρο του 1959), είχε τόσα πολλά κενά και ασάφειες που ήταν βέβαιο ότι εξ αρχής υπονόμευε τη βιωσιμότητα του νεοσύστατου κράτους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο επικαλέστηκε τις "υποχρεώσεις της" που απέρρεαν από τη Συμφωνία της Ζυρίχης! Την οποία βεβαίως ερμήνευσε με τον τρόπο που τη συνέφερε, ποντάροντας στην ανοχή των ισχυρών φίλων της, κυρίως των ΗΠΑ.
Είναι αλήθεια ότι τα χρόνια που η Κύπρος πρόλαβε να ζήσει ανεξάρτητη και ενωμένη δεν ήταν όλα ειρηνικά και η συμβίωση και συνεργασία των δύο κοινοτήτων δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Εθνικισμοί που καλλιεργήθηκαν και από τις δύο πλευρές, συχνά με τη βοήθεια και ενθάρρυνση τόσο της Ελλάδας (κυρίως την περίοδο της χούντας) όσο και της Τουρκίας, έφεραν πολλές φορές Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους στα πρόθυρα της ένοπλης σύρραξης.
Από την άλλη πλευρά, η ισχυρή προσωπικότητα του Μακαρίου, ο οποίος ακολουθούσε αδέσμευτη εξωτερική πολιτική, είχε ενοχλήσει σχεδόν όλες τις δυτικές κυβερνήσεις. Σε βαθμό που οι περισσότερες επιθυμούσαν να απαλλαγούν από τον "Κάστρο της Μεσογείου", αλλά δεν εύρισκαν τρόπο να το κάνουν, καθώς ο ηγέτης της Κύπρου ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο εσωτερικό της χώρας του και ικανότατος διπλωμάτης.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα. Ο Μακάριος ήταν, φυσικά, αντίθετος σε όλα τα επίπεδα με τους συνταγματάρχες, οι οποίοι στη γνωστή πατριδοκαπηλία τους προσέθεσαν και την επιθυμία τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, πράγμα βέβαια που ο Μακάριος απέκλειε κατηγορηματικά.
Τελικά στις 15 Ιουλίου 1974 ο νεόκοπος δικτάτορας της Αθήνας Δ. Ιωαννίδης επιχείρησε αυτό που δεν είχε τολμήσει ο προκάτοχός του Γ. Παπαδόπουλος: σχεδίασε και υλοποίησε πραξικόπημα επιδιώκοντας όχι μόνο την κατάληψη της εξουσίας από τα ανδρείκελά του στο νησί, αλλά και τη φυσική εξόντωση του Μακαρίου.
Το ότι επέζησε ο Κύπριος ηγέτης ήταν η μεγάλη αποτυχία των πραξικοπηματιών, που οδήγησε και στην ουσιαστική κατάρρευση του εγχειρήματος, το οποίο όμως πρόλαβε να δημιουργήσει μια ολέθρια συνέπεια: προσέφερε στους Τούρκους την αφορμή που έψαχναν για να επέμβουν στρατιωτικά στην Κύπρο ως εγγυήτρια δύναμη (με βάση τη Συμφωνία της Ζυρίχης) δήθεν για να αποκαταστήσει την τάξη, η οποία όντως είχε διαταραχθεί από το πραξικόπημα. Μόνο που η Τουρκία, αντί να αποκαταστήσει την τάξη, πράγμα άλλωστε που δεν ήταν δική της και εν πάση περιπτώσει μόνο δική της αρμοδιότητα, κατέλαβε και εξακολουθεί να κατέχει μέχρι σήμερα το 40% του εδάφους της Κύπρου.
Απόδειξη ότι η Τουρκία είχε άλλους στόχους είναι το ότι προχώρησε σε πολεμικές- κατακτητικές επιχειρήσεις και αφότου είχε συμφωνηθεί η κατάπαυση του πυρός κατά την αρχική εισβολή εφαρμόζοντας στις 14-15 Αυγούστου 1974 τον «Αττίλα 2» και το ότι τα επόμενα χρόνια μετέφερε κι εγκατέστησε στην Κύπρο χιλιάδες εποίκους σε μια προσπάθεια να αλλοιωθεί η πληθυσμική σύνθεση του νησιού υπέρ της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Και βέβαια το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, 36 χρόνια μετά, αρνείται να δεχθεί μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος το οποίο η ίδια δημιούργησε.
Τα αποσπάσματα από τις αφηγήσεις των αμερικανών διπλωματών προέρχονται από την έκδοση των «ΝΕΩΝ»: «21η Απριλίου 1967-2007.
40 χρόνια από το πραξικόπημα της χούντας», το οποίο επιμελήθηκε η δημοσιογράφος Αριστοτελία Πελώνη
Ο Μακάριος
Η ισχυρή και ανεξάρτητη προσωπικότητα του Μακαρίου ενοχλούσε τους δυτικούς ηγέτες. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που δίνει για τον κύπριο ηγέτη ο Αμερικανός Μπάριγκτον Κινγκ, πολιτικός σύμβουλος της πρεσβείας των ΗΠΑ στη Λευκωσία από το 1964 μέχρι το 1967: «Ετρεφα κάποιου είδους σεβασμό για την παράξενη ικανότητά του να κάνει τα πράγματα όπως ήθελε και όχι και πολύ σεβασμό για τα κίνητρά του και για το τι σκάρωνε. Νομίζω ότι είχαμε την τάση να θεωρούμε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο λίγο σαν τον Νάσερ: ότι ήταν εν δυνάμει κακή επιρροή για κάποιους γείτονες... Επίσης είχαμε το ίδιο πρόβλημα, ότι έπαιρνε όπλα από τη Σοβιετική Ενωση και είχε διάφορες άλλες διασυνδέσεις μαζί τους, ενώ ανεχόταν και ενθάρρυνε το Κομμουνιστικό Κόμμα, διασφαλίζοντας πάντα ότι δεν θα έπαιρνε εκλογική πλειοψηφία». Στη φωτογραφία ο Μακάριος περίλυπος στα ερείπια του Προεδρικού Μεγάρου της Κύπρου, το οποίο βομβάρδισαν οι πραξικοπηματίες για να τον σκοτώσουν.
Οι αγνοούμενοι
Την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο ακολούθησε και μία ανθρωπιστική τραγωδία. Περίπου 200.000 πολίτες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Αλλοι δεν πρόλαβαν, αιχμαλωτίστηκαν, πολλοί εκτελέστηκαν και περίπου 1.600 η τύχη αγνοείται ώς σήμερα. Σκοτώθηκαν επίσης πολλοί στρατιώτες και αξιωματικοί, Ελληνες και Κύπριοι. Στη φωτογραφία τούρκος στρατιώτης ανάβει το τελευταίο τσιγάρο σε έναν ελληνοκύπριο στρατιώτη αιχμάλωτο, λίγο πριν από την εκτέλεσή του
Η διάλυση
Αντίθετα απ΄ ό,τι θα περίμενε κανείς από ένα στρατιωτικό καθεστώς, η χούντα της Ελλάδας είχε επιφέρει τέτοια διάλυση στις Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας, που την κρίσιμη στιγμή της τουρκικής απόβασης στην Κύπρο αποδείχτηκαν εντελώς απροετοίμαστες να την αποκρούσουν. Εγινε μια επιστράτευση- παρωδία και ουσιαστικά οι Τούρκοι βρήκαν την Κύπρο ανοχύρωτη. Αντιστάθηκαν βέβαια οι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ και της Εθνοφρουράς, αλλά χωρίς αεροπορική και ναυτική υποστήριξη ήταν καταδικασμένοι. Στη φωτογραφία ελληνοκυπριακό αντιτορπιλικό, κατεστραμμένο από τους τουρκικούς βομβαρδισμούς, σύρεται προς την ακτή της Κερύνειας από τούρκους στρατιώτες...
Ο δικτάτορας
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Ο αόρατος δικτάτορας της Ελλάδας υπήρξε ο αρχιτέκτονας του κυπριακού δράματος. Ο Ρόμπερτ Ντίλον, τότε υπεύθυνος ελληνικών, τουρκικών, κυπριακών και ιρανικών υποθέσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, θυμάται γι΄ αυτόν: «Η CΙΑ είχε αναφέρει ότι ο ταξίαρχος Ιωαννίδης, σε μια συζήτηση με έναν από τους ανθρώπους της, είχε πετάξει και σπάσει πράγματα πάνω από το τραπέζι και είχε ορκιστεί ότι θα απάλλασσε τον κόσμο απ΄ τον παλιοκομμουνιστή τον Μακάριο, που κατέστρεφε την Κύπρο».[b]
Κάτι λιγότερο από δεκατέσσερα χρόνια ελευθερίας και ανεξαρτησίας πρόλαβαν να χαρούν οι Κύπριοι: από τις 15 Αυγούστου 1960, οπότε η Κύπρος ανακηρύχθηκε επίσημα ανεξάρτητο κράτος ύστερα από 82 ετών βρετανική κατοχή, μέχρι τις 20 Ιουλίου του 1974, ημέρα που έγινε η τουρκική εισβολή εξ αιτίας της οποίας το νησί είναι ακόμη και σήμερα, 36 χρόνια μετά, διχοτομημένο.
Άρθρο της εφημερίδας "Τα Νέα", Τρίτη 20/07/2010
Και φαίνεται πως η τύχη της ήταν από την αρχή προδιαγεγραμμένη, αφού η περιβόητη Συμφωνία της Ζυρίχης μεταξύ των εγγυητριών δυνάμεων Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας με τη συμμετοχή και κυπριακής αντιπροσωπείας υπό τον Μακάριο, η οποία είχε επιτευχθεί λίγους μήνες νωρίτερα (φθινόπωρο του 1959), είχε τόσα πολλά κενά και ασάφειες που ήταν βέβαιο ότι εξ αρχής υπονόμευε τη βιωσιμότητα του νεοσύστατου κράτους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο επικαλέστηκε τις "υποχρεώσεις της" που απέρρεαν από τη Συμφωνία της Ζυρίχης! Την οποία βεβαίως ερμήνευσε με τον τρόπο που τη συνέφερε, ποντάροντας στην ανοχή των ισχυρών φίλων της, κυρίως των ΗΠΑ.
Είναι αλήθεια ότι τα χρόνια που η Κύπρος πρόλαβε να ζήσει ανεξάρτητη και ενωμένη δεν ήταν όλα ειρηνικά και η συμβίωση και συνεργασία των δύο κοινοτήτων δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Εθνικισμοί που καλλιεργήθηκαν και από τις δύο πλευρές, συχνά με τη βοήθεια και ενθάρρυνση τόσο της Ελλάδας (κυρίως την περίοδο της χούντας) όσο και της Τουρκίας, έφεραν πολλές φορές Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους στα πρόθυρα της ένοπλης σύρραξης.
Από την άλλη πλευρά, η ισχυρή προσωπικότητα του Μακαρίου, ο οποίος ακολουθούσε αδέσμευτη εξωτερική πολιτική, είχε ενοχλήσει σχεδόν όλες τις δυτικές κυβερνήσεις. Σε βαθμό που οι περισσότερες επιθυμούσαν να απαλλαγούν από τον "Κάστρο της Μεσογείου", αλλά δεν εύρισκαν τρόπο να το κάνουν, καθώς ο ηγέτης της Κύπρου ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο εσωτερικό της χώρας του και ικανότατος διπλωμάτης.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα. Ο Μακάριος ήταν, φυσικά, αντίθετος σε όλα τα επίπεδα με τους συνταγματάρχες, οι οποίοι στη γνωστή πατριδοκαπηλία τους προσέθεσαν και την επιθυμία τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, πράγμα βέβαια που ο Μακάριος απέκλειε κατηγορηματικά.
Τελικά στις 15 Ιουλίου 1974 ο νεόκοπος δικτάτορας της Αθήνας Δ. Ιωαννίδης επιχείρησε αυτό που δεν είχε τολμήσει ο προκάτοχός του Γ. Παπαδόπουλος: σχεδίασε και υλοποίησε πραξικόπημα επιδιώκοντας όχι μόνο την κατάληψη της εξουσίας από τα ανδρείκελά του στο νησί, αλλά και τη φυσική εξόντωση του Μακαρίου.
Το ότι επέζησε ο Κύπριος ηγέτης ήταν η μεγάλη αποτυχία των πραξικοπηματιών, που οδήγησε και στην ουσιαστική κατάρρευση του εγχειρήματος, το οποίο όμως πρόλαβε να δημιουργήσει μια ολέθρια συνέπεια: προσέφερε στους Τούρκους την αφορμή που έψαχναν για να επέμβουν στρατιωτικά στην Κύπρο ως εγγυήτρια δύναμη (με βάση τη Συμφωνία της Ζυρίχης) δήθεν για να αποκαταστήσει την τάξη, η οποία όντως είχε διαταραχθεί από το πραξικόπημα. Μόνο που η Τουρκία, αντί να αποκαταστήσει την τάξη, πράγμα άλλωστε που δεν ήταν δική της και εν πάση περιπτώσει μόνο δική της αρμοδιότητα, κατέλαβε και εξακολουθεί να κατέχει μέχρι σήμερα το 40% του εδάφους της Κύπρου.
Απόδειξη ότι η Τουρκία είχε άλλους στόχους είναι το ότι προχώρησε σε πολεμικές- κατακτητικές επιχειρήσεις και αφότου είχε συμφωνηθεί η κατάπαυση του πυρός κατά την αρχική εισβολή εφαρμόζοντας στις 14-15 Αυγούστου 1974 τον «Αττίλα 2» και το ότι τα επόμενα χρόνια μετέφερε κι εγκατέστησε στην Κύπρο χιλιάδες εποίκους σε μια προσπάθεια να αλλοιωθεί η πληθυσμική σύνθεση του νησιού υπέρ της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Και βέβαια το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, 36 χρόνια μετά, αρνείται να δεχθεί μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος το οποίο η ίδια δημιούργησε.
Τα αποσπάσματα από τις αφηγήσεις των αμερικανών διπλωματών προέρχονται από την έκδοση των «ΝΕΩΝ»: «21η Απριλίου 1967-2007.
40 χρόνια από το πραξικόπημα της χούντας», το οποίο επιμελήθηκε η δημοσιογράφος Αριστοτελία Πελώνη
Ο Μακάριος
Η ισχυρή και ανεξάρτητη προσωπικότητα του Μακαρίου ενοχλούσε τους δυτικούς ηγέτες. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που δίνει για τον κύπριο ηγέτη ο Αμερικανός Μπάριγκτον Κινγκ, πολιτικός σύμβουλος της πρεσβείας των ΗΠΑ στη Λευκωσία από το 1964 μέχρι το 1967: «Ετρεφα κάποιου είδους σεβασμό για την παράξενη ικανότητά του να κάνει τα πράγματα όπως ήθελε και όχι και πολύ σεβασμό για τα κίνητρά του και για το τι σκάρωνε. Νομίζω ότι είχαμε την τάση να θεωρούμε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο λίγο σαν τον Νάσερ: ότι ήταν εν δυνάμει κακή επιρροή για κάποιους γείτονες... Επίσης είχαμε το ίδιο πρόβλημα, ότι έπαιρνε όπλα από τη Σοβιετική Ενωση και είχε διάφορες άλλες διασυνδέσεις μαζί τους, ενώ ανεχόταν και ενθάρρυνε το Κομμουνιστικό Κόμμα, διασφαλίζοντας πάντα ότι δεν θα έπαιρνε εκλογική πλειοψηφία». Στη φωτογραφία ο Μακάριος περίλυπος στα ερείπια του Προεδρικού Μεγάρου της Κύπρου, το οποίο βομβάρδισαν οι πραξικοπηματίες για να τον σκοτώσουν.
Οι αγνοούμενοι
Την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο ακολούθησε και μία ανθρωπιστική τραγωδία. Περίπου 200.000 πολίτες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Αλλοι δεν πρόλαβαν, αιχμαλωτίστηκαν, πολλοί εκτελέστηκαν και περίπου 1.600 η τύχη αγνοείται ώς σήμερα. Σκοτώθηκαν επίσης πολλοί στρατιώτες και αξιωματικοί, Ελληνες και Κύπριοι. Στη φωτογραφία τούρκος στρατιώτης ανάβει το τελευταίο τσιγάρο σε έναν ελληνοκύπριο στρατιώτη αιχμάλωτο, λίγο πριν από την εκτέλεσή του
Η διάλυση
Αντίθετα απ΄ ό,τι θα περίμενε κανείς από ένα στρατιωτικό καθεστώς, η χούντα της Ελλάδας είχε επιφέρει τέτοια διάλυση στις Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας, που την κρίσιμη στιγμή της τουρκικής απόβασης στην Κύπρο αποδείχτηκαν εντελώς απροετοίμαστες να την αποκρούσουν. Εγινε μια επιστράτευση- παρωδία και ουσιαστικά οι Τούρκοι βρήκαν την Κύπρο ανοχύρωτη. Αντιστάθηκαν βέβαια οι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ και της Εθνοφρουράς, αλλά χωρίς αεροπορική και ναυτική υποστήριξη ήταν καταδικασμένοι. Στη φωτογραφία ελληνοκυπριακό αντιτορπιλικό, κατεστραμμένο από τους τουρκικούς βομβαρδισμούς, σύρεται προς την ακτή της Κερύνειας από τούρκους στρατιώτες...
Ο δικτάτορας
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Ο αόρατος δικτάτορας της Ελλάδας υπήρξε ο αρχιτέκτονας του κυπριακού δράματος. Ο Ρόμπερτ Ντίλον, τότε υπεύθυνος ελληνικών, τουρκικών, κυπριακών και ιρανικών υποθέσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, θυμάται γι΄ αυτόν: «Η CΙΑ είχε αναφέρει ότι ο ταξίαρχος Ιωαννίδης, σε μια συζήτηση με έναν από τους ανθρώπους της, είχε πετάξει και σπάσει πράγματα πάνω από το τραπέζι και είχε ορκιστεί ότι θα απάλλασσε τον κόσμο απ΄ τον παλιοκομμουνιστή τον Μακάριο, που κατέστρεφε την Κύπρο».[b]
Μετά από 36 χρόνια οι Ελληνοκύπριοι χάνουν πράγματι την Κύπρο… του Mehmet Ali Birand
Η επιχείρηση στην Κύπρο το 1974 αποτέλεσε και ένα σημείο καμπής για τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Άρθρο του Mehmet Ali Birand στην Posta
Η Τουρκία την περίοδο των ετών 1950 – 1960, κυρίως από την άποψη των εξωτερικών της σχέσεων, ζούσε σε ένα ονειρεμένο κόσμο. Πιστεύαμε ότι όλοι μάς αγαπούν και ότι ήμασταν η πλέον σημαντική χώρα του κόσμου.
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις [ΤΕΔ] αποτελούσαν μια ισχυρή δύναμη, κανείς δεν μπορούσε να σταματήσει μπροστά τους και χάρη σε αυτές είχαμε προστατευθεί από τη σοβιετική κατοχή της Ευρώπης.
Ξαφνικά, όμως, στις 20 Ιουλίου 1974 οι ΤΕΔ με δύο απόπειρες έβαλαν στο χέρι τη μισή Κύπρο. Το αιτιολογικό ήταν σύμφωνο με τους διεθνείς όρους. Το πλέον σημαντικό όμως ήταν οι συγκυρίες, οι οποίες και αυτές ήταν υπέρ της Τουρκίας. Οι εθνικιστές Ε/κ πυρπολώντας τα τουρκικά χωριά δημιούργησαν και το κατάλληλο περιβάλλον. Επειδή συνέφερε την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, για διαφορετικούς λόγους την κάθε μια, οι ΤΕΔ αποβιβάστηκαν στο νησί.
Βεβαίως, γνωρίζετε ότι η υπόθεση δεν τελειώνει εδώ. Η κατοχή είναι εύκολο πράγμα. Το πλέον σημαντικό, όμως, είναι να κάνετε ειρήνη εξασφαλίζοντας και το ποθούμενο αποτέλεσμα. Όμως, την πλευρά αυτή δεν την καταφέραμε. Εμείς με την κατοχή νομίσαμε ότι θα μπορούσαμε να καθίσουμε πάνω στο μισό νησί. Οι Ελληνοκύπριοι πάλι νόμιζαν ότι, αν αντέξουν μακροπρόθεσμα, θα μπορέσουν να πάρουν πίσω όλο το νησί.
Και οι δύο πλευρές έπεσαν έξω. Εμείς μαζί με την επιχείρηση ανοίξαμε τα μάτια μας και στον πραγματικό κόσμο. Λόγω του ότι δεν μπορέσαμε να παίξουμε το παιχνίδι καλά, τιμωρηθήκαμε με οπλικό εμπάργκο από το μεγαλύτερό μας σύμμαχο, τις ΗΠΑ. Παράλληλα, μείναμε και υπό την πίεση σχεδόν κάθε διεθνούς οργανισμού. Μας χτύπησαν σαν το χταπόδι. Είδαμε ότι οι παλιοί φίλοι, όταν αλλάξουν οι όροι, μπορούν να ξεχάσουν τις παλιές υποσχέσεις τους.
Οι σχέσεις μας με την Ευρώπη φράκαραν. Ευκαιρίας δοθείσης, η αρμενική οργάνωση ΑΣΑΛΑ, δολοφονώντας τους διπλωμάτες μας, για πρώτη φορά με αιματηρό τρόπο πρόβαλε στον κόσμο το θέμα της γενοκτονίας. Όμως, και οι Ελληνοκύπριοι, παρ` όλες τις αντιστάσεις τους, αλλά και την επιμήκυνση του προβλήματος, δεν κατάφεραν να κάμψουν την Τουρκία. Έτσι, μια περίοδος 36 ετών, με ανόδους και καθόδους, έμεινε πίσω.
Ίσως, ορισμένοι να μην το έχουν αντιληφθεί. Όμως, οι θέσεις στο τραπέζι άρχισαν να αλλάζουν. Η Τουρκία είδε ότι έχασε. Τώρα η σειρά είναι στους Ελληνοκύπριοι. Στη σκακιέρα του παιχνιδιού της Κύπρου η πλευρά, η οποία είδε πρώτη τις πραγματικότητες, ήταν η Τουρκία. Είδε ότι με την πολιτική της μη λύσης, με τα ταμπού, αλλά και με τα αβάσιμα συνθήματα, δεν μπορούσε να έχει κανένα αποτέλεσμα. Στην πορεία της χώρας προς την Ε.Ε., λέγοντας «ναι» στο σχέδιο Ανάν, ο Ερντογάν κατεδάφισε και ένα σημαντικό ταμπού.
Όμως, αυτή τη φορά οι Ελληνοκύπριοι έπεσαν έξω στους λογαριασμούς τους. Άρχισαν να χρησιμοποιούν λανθασμένα «το καθεστώς του πλήρους μέλους», που τους παραχώρησε η Ευρώπη και μετά το μετάνιωσε.
Υπολόγιζαν ότι η Τουρκία, προκειμένου να καταστεί πλήρες μέλος της Ε.Ε., στο τέλος θα έκανε και τις αναγκαίες υποχωρήσεις στην Κύπρο. Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να αντιστέκονται στις συνομιλίες. Όμως, υπάρχει και ένα σημείο, το οποίο δεν λογαριάζουν. Η Άγκυρα, όσο δεν μπορεί να αποκτήσει αυτό το οποίο αναμένει από την Ε.Ε., δεν πρόκειται να δώσει την έγκρισή της για μια λύση στην Κύπρο.
Εν περιλήψει, εδώ και 36 χρόνια οι Ελληνοκύπριοι είχαν δημιουργήσει μια υπόθεση η οποία έλεγε: «Εάν η Τουρκία θέλει να προχωρήσει στην Ευρώπη, πρέπει να συμφωνήσει με τους Ελληνοκύπριους». Η Ευρώπη υποστήριξε την προσέγγιση αυτή.
Σήμερα, όμως, η υπόθεση αυτή έχει αντιστραφεί. Η Τουρκία στέλνει το εξής μήνυμα: «Εάν οι Ελληνοκύπριοι επιθυμούν τη λύση, τότε να ανοίξει ο δρόμος της Τουρκίας προς την Ευρώπη». Όμως, κάτι τέτοιο δεν ενδιαφέρει καν την Ευρώπη.
Οι Ελληνοκύπριοι φίλοι μας ίσως να μην το έχουν αντιληφθεί, χάνουν όμως το τρένο. Ενώπιόν μας έχουμε τρία σενάρια:
• Όσο η Τουρκία μένει εκτός Ε.Ε., στην Κύπρο δεν θα υπάρξει λύση. Η Τουρκία στην περίπτωση αυτή θα αρχίσει τις εργασίες αναγνώρισης και ένα θεωρείται βέβαιο, ότι σε βάθος χρόνου θα αυξηθεί και ο αριθμός των χωρών, οι οποίες θα αναγνωρίσουν την “ΤΔΒΚ”.
• Σε περίπτωση κατά την οποία ανοίξει ο δρόμος για την πλήρη ένταξη της Τουρκίας, και μια λύση η οποία θα μείνει στο τελευταίο λεπτό δεν πρόκειται να καλύψει τις προσδοκίες ούτε των Ελληνοκύπριων, ούτε των “Τούρκων”.
• Το πλέον ευφυές είναι να βρεθεί μια λύση μέχρι το 2013. Το σχέδιο Ανάν έχει ετοιμάσει το ανάλογο υπόβαθρο. Αυτό, που πρέπει να γίνει από τούδε και στο εξής, είναι η εξεύρεση της κοινής συνιστώσας με αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Το αποτέλεσμα: Η γενική τάση των Ελληνοκύπριων είναι να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την Κύπρο. Εάν αυτό δεν υλοποιηθεί, θα συνεχισθεί η υφισταμένη κατάσταση. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν την πραγματικότητα αυτή.
Ακόμη είναι σαν να ακούω όσα μου είχε πει ένας Ελληνοκύπριος φίλος μου: «Εμείς δεν θέλουμε να ζήσουμε μαζί με τους Τούρκους και να μοιραστούμε την Κύπρο. Την ημέρα εμείς να πηγαίνουμε στο βορρά και αυτοί να περνούν στο νότο. Όμως, όταν βραδιάσει, όλοι να επιστρέφουν στα δικά τους σπίτια. Οι Τούρκοι ας ζήσουν στις δικές τους περιοχές. Όμως, να μην συμμετέχουν στη διοίκηση της χώρας».
Η κατάσταση, λοιπόν, είναι ξεκάθαρη. Οι Ελληνοκύπριοι θέλοντας ή μη διχοτομούν την Κύπρο. Παράλληλα, οδηγούνται στο να χάσουν για πάντα και το βορρά. Αυτός είναι ο απολογισμός των 36 ετών.
πηγή:tvxs.gr
Η επιχείρηση στην Κύπρο το 1974 αποτέλεσε και ένα σημείο καμπής για τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Άρθρο του Mehmet Ali Birand στην Posta
Η Τουρκία την περίοδο των ετών 1950 – 1960, κυρίως από την άποψη των εξωτερικών της σχέσεων, ζούσε σε ένα ονειρεμένο κόσμο. Πιστεύαμε ότι όλοι μάς αγαπούν και ότι ήμασταν η πλέον σημαντική χώρα του κόσμου.
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις [ΤΕΔ] αποτελούσαν μια ισχυρή δύναμη, κανείς δεν μπορούσε να σταματήσει μπροστά τους και χάρη σε αυτές είχαμε προστατευθεί από τη σοβιετική κατοχή της Ευρώπης.
Ξαφνικά, όμως, στις 20 Ιουλίου 1974 οι ΤΕΔ με δύο απόπειρες έβαλαν στο χέρι τη μισή Κύπρο. Το αιτιολογικό ήταν σύμφωνο με τους διεθνείς όρους. Το πλέον σημαντικό όμως ήταν οι συγκυρίες, οι οποίες και αυτές ήταν υπέρ της Τουρκίας. Οι εθνικιστές Ε/κ πυρπολώντας τα τουρκικά χωριά δημιούργησαν και το κατάλληλο περιβάλλον. Επειδή συνέφερε την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, για διαφορετικούς λόγους την κάθε μια, οι ΤΕΔ αποβιβάστηκαν στο νησί.
Βεβαίως, γνωρίζετε ότι η υπόθεση δεν τελειώνει εδώ. Η κατοχή είναι εύκολο πράγμα. Το πλέον σημαντικό, όμως, είναι να κάνετε ειρήνη εξασφαλίζοντας και το ποθούμενο αποτέλεσμα. Όμως, την πλευρά αυτή δεν την καταφέραμε. Εμείς με την κατοχή νομίσαμε ότι θα μπορούσαμε να καθίσουμε πάνω στο μισό νησί. Οι Ελληνοκύπριοι πάλι νόμιζαν ότι, αν αντέξουν μακροπρόθεσμα, θα μπορέσουν να πάρουν πίσω όλο το νησί.
Και οι δύο πλευρές έπεσαν έξω. Εμείς μαζί με την επιχείρηση ανοίξαμε τα μάτια μας και στον πραγματικό κόσμο. Λόγω του ότι δεν μπορέσαμε να παίξουμε το παιχνίδι καλά, τιμωρηθήκαμε με οπλικό εμπάργκο από το μεγαλύτερό μας σύμμαχο, τις ΗΠΑ. Παράλληλα, μείναμε και υπό την πίεση σχεδόν κάθε διεθνούς οργανισμού. Μας χτύπησαν σαν το χταπόδι. Είδαμε ότι οι παλιοί φίλοι, όταν αλλάξουν οι όροι, μπορούν να ξεχάσουν τις παλιές υποσχέσεις τους.
Οι σχέσεις μας με την Ευρώπη φράκαραν. Ευκαιρίας δοθείσης, η αρμενική οργάνωση ΑΣΑΛΑ, δολοφονώντας τους διπλωμάτες μας, για πρώτη φορά με αιματηρό τρόπο πρόβαλε στον κόσμο το θέμα της γενοκτονίας. Όμως, και οι Ελληνοκύπριοι, παρ` όλες τις αντιστάσεις τους, αλλά και την επιμήκυνση του προβλήματος, δεν κατάφεραν να κάμψουν την Τουρκία. Έτσι, μια περίοδος 36 ετών, με ανόδους και καθόδους, έμεινε πίσω.
Ίσως, ορισμένοι να μην το έχουν αντιληφθεί. Όμως, οι θέσεις στο τραπέζι άρχισαν να αλλάζουν. Η Τουρκία είδε ότι έχασε. Τώρα η σειρά είναι στους Ελληνοκύπριοι. Στη σκακιέρα του παιχνιδιού της Κύπρου η πλευρά, η οποία είδε πρώτη τις πραγματικότητες, ήταν η Τουρκία. Είδε ότι με την πολιτική της μη λύσης, με τα ταμπού, αλλά και με τα αβάσιμα συνθήματα, δεν μπορούσε να έχει κανένα αποτέλεσμα. Στην πορεία της χώρας προς την Ε.Ε., λέγοντας «ναι» στο σχέδιο Ανάν, ο Ερντογάν κατεδάφισε και ένα σημαντικό ταμπού.
Όμως, αυτή τη φορά οι Ελληνοκύπριοι έπεσαν έξω στους λογαριασμούς τους. Άρχισαν να χρησιμοποιούν λανθασμένα «το καθεστώς του πλήρους μέλους», που τους παραχώρησε η Ευρώπη και μετά το μετάνιωσε.
Υπολόγιζαν ότι η Τουρκία, προκειμένου να καταστεί πλήρες μέλος της Ε.Ε., στο τέλος θα έκανε και τις αναγκαίες υποχωρήσεις στην Κύπρο. Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να αντιστέκονται στις συνομιλίες. Όμως, υπάρχει και ένα σημείο, το οποίο δεν λογαριάζουν. Η Άγκυρα, όσο δεν μπορεί να αποκτήσει αυτό το οποίο αναμένει από την Ε.Ε., δεν πρόκειται να δώσει την έγκρισή της για μια λύση στην Κύπρο.
Εν περιλήψει, εδώ και 36 χρόνια οι Ελληνοκύπριοι είχαν δημιουργήσει μια υπόθεση η οποία έλεγε: «Εάν η Τουρκία θέλει να προχωρήσει στην Ευρώπη, πρέπει να συμφωνήσει με τους Ελληνοκύπριους». Η Ευρώπη υποστήριξε την προσέγγιση αυτή.
Σήμερα, όμως, η υπόθεση αυτή έχει αντιστραφεί. Η Τουρκία στέλνει το εξής μήνυμα: «Εάν οι Ελληνοκύπριοι επιθυμούν τη λύση, τότε να ανοίξει ο δρόμος της Τουρκίας προς την Ευρώπη». Όμως, κάτι τέτοιο δεν ενδιαφέρει καν την Ευρώπη.
Οι Ελληνοκύπριοι φίλοι μας ίσως να μην το έχουν αντιληφθεί, χάνουν όμως το τρένο. Ενώπιόν μας έχουμε τρία σενάρια:
• Όσο η Τουρκία μένει εκτός Ε.Ε., στην Κύπρο δεν θα υπάρξει λύση. Η Τουρκία στην περίπτωση αυτή θα αρχίσει τις εργασίες αναγνώρισης και ένα θεωρείται βέβαιο, ότι σε βάθος χρόνου θα αυξηθεί και ο αριθμός των χωρών, οι οποίες θα αναγνωρίσουν την “ΤΔΒΚ”.
• Σε περίπτωση κατά την οποία ανοίξει ο δρόμος για την πλήρη ένταξη της Τουρκίας, και μια λύση η οποία θα μείνει στο τελευταίο λεπτό δεν πρόκειται να καλύψει τις προσδοκίες ούτε των Ελληνοκύπριων, ούτε των “Τούρκων”.
• Το πλέον ευφυές είναι να βρεθεί μια λύση μέχρι το 2013. Το σχέδιο Ανάν έχει ετοιμάσει το ανάλογο υπόβαθρο. Αυτό, που πρέπει να γίνει από τούδε και στο εξής, είναι η εξεύρεση της κοινής συνιστώσας με αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Το αποτέλεσμα: Η γενική τάση των Ελληνοκύπριων είναι να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την Κύπρο. Εάν αυτό δεν υλοποιηθεί, θα συνεχισθεί η υφισταμένη κατάσταση. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν την πραγματικότητα αυτή.
Ακόμη είναι σαν να ακούω όσα μου είχε πει ένας Ελληνοκύπριος φίλος μου: «Εμείς δεν θέλουμε να ζήσουμε μαζί με τους Τούρκους και να μοιραστούμε την Κύπρο. Την ημέρα εμείς να πηγαίνουμε στο βορρά και αυτοί να περνούν στο νότο. Όμως, όταν βραδιάσει, όλοι να επιστρέφουν στα δικά τους σπίτια. Οι Τούρκοι ας ζήσουν στις δικές τους περιοχές. Όμως, να μην συμμετέχουν στη διοίκηση της χώρας».
Η κατάσταση, λοιπόν, είναι ξεκάθαρη. Οι Ελληνοκύπριοι θέλοντας ή μη διχοτομούν την Κύπρο. Παράλληλα, οδηγούνται στο να χάσουν για πάντα και το βορρά. Αυτός είναι ο απολογισμός των 36 ετών.
πηγή:tvxs.gr
NEOKΛΗΣ ΣΑΡΡΗΣ.-ΝΑ ΜΗΝ ΔΙΑΛΥΘΕΙ Η ΚΥΠΡΟΣ .
Δύο χρόνια μετά την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, η Άγκυρα πίστευε ότι είχε «λύσει» το κυπριακό πρόβλημα και πως ήταν ζήτημα χρόνου η ελληνική πλευρά να το «χωνέψει». Σειρά είχαν το πλέγμα των υπολοίπων ζητημάτων που θεωρούσαν ότι ήταν σε εκκρεμότητα, δίδοντας άμεση προτεραιότητα στο Αιγαίο, για το οποίο κάτω από το πρόσχημα της χάραξης της υφαλοκρηπίδας του (στο οποίο με τον χρόνο προστέθηκαν και οι θεωρίες των «γκρίζων» ζωνών) υπέβοσκε η ίδια με την Κύπρο στοχοθεσία: μια ιδιότυπη ελληνοτουρκική συγκυριαρχία με βαρύνουσα σ' αυτήν την τουρκική επικυριαρχία επί του συνόλου, κατά τον τύπο «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μας».
Ουσιαστικά επρόκειτο για έκδηλη αναβίωση της οθωμανικής θέασης των σχέσεων που προκύπτουν από τη δομή εξουσίας του ιστορικού αυτού τύπου, ο οποίος, όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια, έμεινε όπως φαίνεται αμετάβλητος όχι μόνο σε επίπεδο πολιτικό, αλλά και σε επίπεδο κοινωνικών αναπαραστάσεων των Τούρκων, εθνικών στερεοτύπων και συγκρότησης της βασικής ή θεμελιακής προσωπικότητάς τους, για να χρησιμοποιήσω όρους Κοινωνικής Ψυχολογίας, προκειμένου να με κατανοήσει, πιστεύω, και η κ. Θάλεια Δραγώνα ως ειδική.
Το απογοητευτικό αυτό τοπίο είχε όμως ένα δυο αχίλλειες πτέρνες, τις οποίες μπορούσε να διακρίνει ένα προσεκτικό μάτι και οι οποίες φαίνονταν έμμεσα αλλά σαφώς από τις ίδιες τις ίδιες τις τουρκικές πηγές από τις οποίες προέκυπτε ο όλος σχεδιασμός. Ο Τουράν Γκιουνές ειδικά, πέραν των όσων ανέφερα, μου εξήγησε διά μακρών τους λόγους για τους οποίους η Τουρκία φοβάται και προσπαθεί όπως αποφύγει τη διχοτόμηση στην Κύπρο.
Είχε μάλιστα, με τη θυμοσοφία που τον χαρακτήριζε, σχεδιάσει και τι μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση διαμελισμού της Μεγαλονήσου. Στο τμήμα το οποίο θα περιερχόταν στην Ελλάδα θα ήταν δυνατόν να εγκατασταθούν, για παράδειγμα, βαλλιστικά οπλικά συστήματα τα οποία να απειλούσαν και την κεντρική ακόμη Μικρά Ασία (εάν κανείς μελετήσει το περισπούδαστο σύγγραμμα του σημερινού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγική σε Βάθος», θα διαπιστώσει τον φόβο που προκάλεσε στην Άγκυρα η πιθανότητα εγκατάστασης των πυραύλων S300 στην Κύπρο (ανάλογη ενέργεια προς εκείνη του Μακαρίου που απετράπη το 1964, γεγονός που τον είχε κάνει γνωστό ως «Κάστρο της Μεσογείου»).
Έτσι η Τουρκία, κατά τον Γκιουνές, «στοχεύει στον έλεγχο ολοκλήρου της Κύπρου». Η πρόθεσή της αυτή δεν έχει άμεση σχέση με την ύπαρξη των Τουρκοκυπρίων, αλλά σχετίζεται με τα ευρύτερα συμφέροντά της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Άλλωστε και ο Νταβούτογλου σήμερα, στο ίδιο σύγγραμμά του, προκλητικά αναφέρει πως «και αν δεν υπήρχαν Τούρκοι στην Κύπρο», η πολιτική της Τουρκίας έναντι αυτής θα ήταν η ίδια, δεδομένου ότι διακυβεύονται (τα ηγεμονικά της) συμφέροντα στην ευρύτερη γεωστρατηγική περιοχή και προς επίρρωση του ισχυρισμού του τονίζει ότι το ίδιο συμβαίνει με τα νησιά του Αιγαίου τα οποία «κατέχει η Ελλάδα», όπως είναι η Δωδεκάνησος, στην οποία, αν και δεν διαβιούν πλέον ενάριθμοι Τούρκοι, η Τουρκία επιδεικνύει (ή πρέπει να επιδείξει) το ανάλογο προς την Κύπρο ενδιαφέρον. Με βάση τα παραπάνω στόχος της Τουρκίας είναι ο έλεγχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή η μετατροπή της σε ελεεινό ανδρείκελο της Άγκυρας. Πώς όμως μπορεί λοιπόν να συμβεί αυτό;
Αναμφίβολα η σημερινή κατάσταση στην Κύπρο είναι άμεσο αποτέλεσμα των επονείδιστων συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, όταν η τότε ελληνική ηγεσία υπέκυψε στον εκβιασμό του υποστηριζόμενου από τη Μεγάλη Βρετανία (και τις ΗΠΑ) τουρκικού συνταγματικού σχεδίου. Ωστόσο οι συμφωνίες αυτές έδιναν ένα προτέρημα στην Ελλάδα το οποίο ταυτόχρονα λειτουργούσε ως τροχοπέδη για την Τουρκία. Όπως είχε επισημάνει ο Ισμέτ Ίνονου κατά την αγόρευσή του στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας, υπό την ιδιότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατά τη συζήτηση επί της κυρώσεως των συμφωνιών της Ζυρίχης, αφού απηύθυνε τα συγχαρητήριά του προς την τότε κυβέρνηση Μεντερές για την αδόκητη διπλωματική της επιτυχία, παρατήρησε ότι τα κέρδη που αποκομίζει απ' αυτές η Τουρκία τα εξανεμίζει η νομική ή διεθνής προσωπικότητα που θα κέκτηται του λοιπού η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία θα είναι μέλος του ΟΗΕ και άλλων διεθνών Οργανισμών και θα έχει τύχει διεθνούς αναγνώρισης.
Συνεπώς στο μέλλον κανείς δεν προδικάζει την πολιτική που θα ακολουθήσει η χώρα αυτή. Προς αποτροπή ακριβώς αυτού του ενδεχομένου, όπως είχε αποκαλύψει λίγους μήνες πριν από την εισβολή, το 1974, ο Νουρεττίν Βεργκίν, πρεσβευτής κατά την εποχή των συνομιλιών Ζυρίχης - Λονδίνου, στις οποίες συμμετείχε, η τουρκική πλευρά είχε επιτύχει τη Συνθήκη Εγγύησης και τη βάσει αυτής αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων. Μάλιστα, κατά τον τούρκο διπλωμάτη, η ελληνική πλευρά τότε το είχε αντιληφθεί, αλλά φαίνεται πως δεν κατόρθωσε να εξαλείψει αυτή την «Κερκόπορτα».
Οι οθωμανικές δομές των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου
Συμπερασματικά από τα λεγόμενα του Γκιουνές προέκυπτε η αναδιοργάνωση επί νέων βάσεων του κράτους στην Κύπρο, στο οποίο η διπεριφειακή (και διζωνική) ομοσπονδιακή βάση (στην αρχή του συνεταιρισμού στη βάση 50% και 50% των δύο μερών) ήταν αναπόφευκτη. Οποιαδήποτε όμως λύση δεν θα προέβλεπε την επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους. Οι Έλληνες θα έπρεπε να το έπαιρναν απόφαση, δηλαδή να το χώνευαν. Το διαζύγιο ήταν οριστικό και αμετάκλητο. Προκειμένου να νοηματοδοτήσει τις τουρκικές προθέσεις θα πρέπει να ανατρέξει στις σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στα τουρκικά και οι οποίες δηλώνουν τις μορφές συνύπαρξης. Η πρώτη από αυτές είναι το ic - ice (ιτς - ιστέ) που σημαίνει «ο ένας εντός του άλλου», δηλαδή σε κατάσταση ανάμειξης. Ο δεύτερος είναι yan - yana (ο ένας δίπλα στον άλλο), δηλαδή μαζί και χώρια και ο τρίτος το ayrι - ayrι (αϊρί - αϊρί), που σημαίνει απολύτως χωριστά.
Ο όρος που χρησιμοποιούσε ο συνομιλητής μου ήταν ο τελευταίος. Αυτή η τουρκική στοχοθεσία όμως δεν είναι δυνατό να κατανοηθεί δίχως μια επιβεβλημένη εμβάθυνση στον τρόπο διαβίωσης των διαφόρων εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων κατά την οσμανική περίοδο με βάση τη δομή που ανέφερα προηγουμένως. Επί αιώνες οι μη μουσουλμανικές κοινότητες (cemmaatι gayrι muslimin) διαβίωναν στις πόλεις (αλλά και σε χωριά) σε ξεχωριστές συνοικίες (σε κάποιες πόλεις μάλιστα, όπως στο Φανάρι στην Κωνσταντινούπολη, περιβάλλονταν από τείχη των οποίων η πύλη έκλεινε τη νύχτα). Αυτό όσον αφορά τους τόπους διαμονής και κατοικίας (και λέμε διαμονής, γιατί απαγορευόταν η έστω και διαφορετικού θρησκευτικού δόγματος, ομοθρήσκου ή «ομοεθνούς» διαμονή, όπως γραικού καθολικού χριστιανού (φράγκου), (Τηνιακού λόγου χάριν ή Σαντορινιού, σε οικία ορθοδόξου γραικού (Ρωμιού) με κίνδυνο αφορισμού του φιλοξενούντος ή εκμισθωτή).
Η μόνη κοινή για όλες τις κοινότητες περιοχή ήταν η έκταση που περιέκλειε την αγορά (το «παζάρι») και τα κτίρια της διοίκησης. Αυτός είναι ο τρόπος του «μαζί και χώρια» και ανταποκρίνεται σ' έναν κοινωνικό τύπο όπως της οσμανικής κοινωνίας που είναι παραδοσιακός. Με άλλη έκφραση ως παραδοσιακή κοινωνία το μόρφωμα, η γκετοποίηση, όπως θα λέγαμε σήμερα, ήταν λειτουργική, όπως λειτουργικές ήταν και οι εθικοθρησκευτικές (φυλετικές) διακρίσεις (η υποχρέωση των μη μουσουλμάνων να φέρουν ενδύματα από υφάσματα κατώτερης ποιότητας απ' ό,τι οι μουσουλμάνοι ή εν πάση περιπτώσει διαφορετικού χρώματος, όπως και η υποχρέωση να φέρουν αναλόγου προς το θρήσκευμά τους χρώματος υποδήματα). Επίσης και η υποχρέωσή τους να σκύβουν γονυπετείς όταν περνούσε από μπροστά τους μουσουλμάνος (συνήθεια που επέζησε μέχρι πρόσφατα σε χωριά της Μικράς Ασίας από φανατικές μουσουλμάνες που έπρατταν το ίδιο στη θέα ανδρών - σε ένδειξη σεβασμού και υπακοής προς αυτούς).
Ακόμη τα σπίτια των μη μουσουλμάνων δεν μπορούσαν να είναι βαμμένα άσπρα (αλλά να είναι σκούρου χρώματος) και σαφώς χαμηλότερα του ύψους των μη μουσουλμανικών σπιτιών. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της αρχής κατά την οποία ο πρώτος τη τάξει των μη μουσουλμάνων ακολουθούσε τον τελευταίο στην τάξη μουσουλμάνο. Αρχή από την οποία προκύπτει και το διπλό κριτήριο το οποίο εφαρμόζουν οι Τούρκοι στις σχέσεις τους με την Ελλάδα (αλλά συνήθως και με τους Έλληνες σε μακροχρόνια διαβίωση μ' αυτούς). Το διπλό αυτό κριτήριο είναι ακριβώς εκδηλωτικό της δομής εξουσίας η οποία διέπει τις σχέσεις της Τουρκίας με βάση την κάθετη αντίληψη των σχέσεών της με τρίτους τους οποίους θεωρούν ως υποκείμενους, ως ασθενέστερους, στη δική της εξουσία. Σχετικά κάποτε, σε φιλική συζήτηση με τον συνάδελφο, πολύ γνωστό και καλό καθηγητή Ιστορίας Ζαφέρ Τοπράκ του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου (και μαθητή και αυτού του κοινού μας δασκάλου Ταρίκ Ζαφέρ Τούναγια), συμφώνησε στην παρατήρησή μου ότι «δεν γίνεται τίποτε, Ζαφέρ, γιατί οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται τις σχέσεις τους με τους άλλους κάθετα, όχι οριζόντια», σηκώθηκε όρθιος και μου είπε «να σε φιλήσω, εσύ ακτινογράφησες την ψυχή των Τούρκων» (sen Turklerin ruhunu rontgen etmissin).
Παρενθετικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα παραπάνω δεν είναι άσχετα και με την Κύπρο, αλλά και με όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στην Κύπρο, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η γενεσιουργός της Κυπριακής Δημοκρατίας Συνθήκη του Λονδίνου στηρίχτηκε στην οσμανική αρχή των εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων και μάλιστα πολύ χονδροειδώς, γιατί την εξέλαβε με βάση τον διαχωρισμό μουσουλμάνων - μη μουσουλμάνων. Απόδειξη αυτού είναι ότι οι κοινότητες Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων της Μεγαλόνησου υπολογίστηκαν (και υπολογίζονται) στο ποσοστό των Ρωμιών (όπως αποκαλούν τους Ελληνοκυπρίους οι Τούρκοι και η Τουρκία, που σημαίνει ορθόδοξοι χριστιανοί - με αντίστοιχο για την άλλη πλευρά το μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι). Αυτή η παρατήρηση έχει εξαιρετική σημασία, στην περίπτωση της κ. Δραγώνα (και όλου του «σιναφιού της» - η έκφραση δεν είναι καθόλου προσβλητική δεδομένου σημαίνει κατά την οσμανική προέλευσή της «συντεχνία»: sιnιf = επαγγελματική τάξη, ενικός, esnaf πληθ., hirfet το ίδιο και ως συντεχνία, τα «ρουσφέτια» στα ελληνικά). Και έχει σημασία γιατί καταβλήθηκε προσπάθεια σε εμβριθές κείμενο προ ετών αναστηλωθέν από συνάδελφο της κυρίας και ατυχώς και δικό μου στην Πάντειο να καταδειχθεί ότι οι Κύπριοι «έγιναν Έλληνες από το 1912 και εδώ» (όπως και μια άλλη συνάδελφος στο ίδιο πανεπιστήμιο από προχθεσινή της ανακοίνωση σε συνέδριο που οργανώθηκε από το Ιστορικό/Αρχαιολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών εξήγησε πώς οι Ρωμιοί της Μικράς Ασίας έγιναν Έλληνες).
Το τρίτο σχήμα της συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων που προβλέπει ανάμεικτους τους πληθυσμούς υπήρξε αποτέλεσμα των εκδυτικιστικών προσπαθειών του οσμανικού κράτους από το 1838, από την αγγλοτουρκική οικονομική συμφωνία, που βεβαιώνονται από δειλά βήματα (όχι τόσο στις διακηρύξεις όσο στην εφαρμογή τους) με τη Διακήρυξη του Τανζιμάτ τον επόμενο χρόνο. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξέλιπαν στις πόλεις οι διάφορες συνοικίες (μαχαλάδες), όπως ο ρωμαίικος, ο αρμενομαχαλάς, ο εβραιομαχαλάς, ο φραγκομαχαλάς και οι τουρκομαχαλάδες. Απλούστατα κάμφθηκε το άτεγκτο του κανόνα και ιδιαίτερα οι «ευρωπαΐζοντες» οσμανοί μετοικούσαν σε «ευρωπαϊκές συνοικίες», όπου αρχικά είχαν αναμειχθεί οι μη μουσουλμάνοι με τους Ευρωπαίους (το κυριότερο παράδειγμα είναι το Σταυροδρόμι/Πέραν της Κωνσταντινούπολης, όπου ήταν οι ξένες πρεσβείες και το συνακόλουθο εμπορικό κέντρο).
Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι αυτό το σχήμα, που ανταποκρίνεται στον τύπο της σύγχρονης τεχνοκρατούμενης (και συνακόλουθα ανοιχτής) κοινωνίας, προϋποθέτει την εξ ορισμού πολιτική ισότητα των πολιτών, που γι' αυτόν τον λόγο παύουν να είναι υπήκοοι και με μέρισμα στην ενάσκηση της πολιτικής εξουσίας τουλάχιστον στο μέτρο της οικονομικής τους ισχύος (είτε ως κεφάλαιο, είτε ως εργασία και προπάντων στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα της οικονομίας).
Ένα βασικό μειονέκτημα του οσμανικού συστήματος ήταν ότι ο κοινωνικός του εκσυγχρονισμός (γενόμενος υπό τη μορφή του εκδυτικισμού ή εξευρωπαϊσμού) είχε διαφορετικούς ρυθμούς στις διάφορες εθνικοθρησκευτικές κοινότητες. Και κοινωνικός εκσυγχρονισμός στην προκειμένη περίπτωση σημαίνει αποδοχή πολύ βαθιών τομών στη νοοτροπία, που αρχίζει από την οικονομία και καταλήγει στη διαμόρφωση μιας άγνωστης μέχρι τότε κοινωνικής συνείδησης, εντελώς αντίθετης προς εκείνη που υπαγόρευαν οι οιονεί «φεουδαρχικές» οσμανικές δομές. Πρωτοπόροι υπήρξαν οι Ρωμιοί, οι Αρμένιοι και βέβαια οι Λατίνοι υπήκοοι ενώ οι Εβραίοι καθυστέρησαν, όντας αποκομμένοι από τους υπόλοιπους ομόφυλούς τους στην Ευρώπη, που είχαν κάνει στο μεταξύ άλματα, γι' αυτό και στη συνέχεια θέλησαν να συνεργαστούν με τους Τούρκους που είχαν καθυστερήσει και αυτοί στην ανάπτυξή τους. (Σχετικά εκείνοι που τελευταίοι αποβάλλουν τις σχέσεις που αναφέραμε και εκσυγχρονίζονται με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία σαράντα χρόνια, με τη δοθείσα έννοια, είναι οι Κούρδοι.)
Το παραπάνω μειονέκτημα σε σχέση προς την οσμανική δομή και τη συνακόλουθη νοοτροπία εξουσίας που κυριαρχεί στους Τούρκους/μουσουλμάνους κατέληξε έτσι ώστε όχι μόνο να μη δοθεί ποτέ ουσιαστικό πολιτικό μέρισμα στους μη μουσουλμάνους, και ευκαιρίας δοθείσης (1912 - 1922) να εκδιωχθούν παντοιοτρόπως από τη χώρα με παράλληλο σφετερισμό της οικονομίας που ήλεγχαν σε ασύγκριτα μεγαλύτερο βαθμό από την πληθυσμιακή τους αναλογία. Αυτό μεταφράζεται σε γενοκτονία και υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών. Έτσι πλέον μπορούσε (κατά τις τουρκικές προδιαγραφές) να λειτουργήσει η «ανοικτή κοινωνία» που θα ενσάρκωνε τον περιπόθητο εκσυγχρονισμό. Αντίγραφο αυτής ακριβώς της κοινωνικής διαδικασίας (με την ορθότερη έκφραση «πρόβασης») εξελίχθηκε και τείνει να επισημοποιηθεί με την επί θύραις συμφωνία στην Κύπρο.
Από τα παραπάνω λοιπόν είναι ολοφάνερο ότι η βασική πρόθεση της Τουρκίας για τη Μεγαλόνησο εξαρχής ήταν η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως νομικού προσώπου, ως διεθνούς προσωπικότητας και η επιβολή όχι μιας διχοτόμησης, αλλά ενός ιδιότυπου «συνομοσπονδιακού» κράτους όπου η μειονότητα του 18%, η οποία με την πάροδο του χρόνου διά των εποίκων ή μετακινουμένων ελευθέρως λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης πληθυσμών από την Τουρκία θα γίνει πλειοψηφία, θα είναι σε θέση να ελέγχει απολύτως όλη την έκταση του κράτους της Κύπρου (σε επίρρωση άλλωστε της παρατήρησης του «πατέρα» της Ζυρίχης Νιχάτ Ερίμ, που έγινε στην έκθεσή του προς την τουρκική κυβέρνηση το 1956 παρακαλώ, ότι «η πλειοψηφία των Ρωμιών στην Κύπρο είναι περιστασιακή και μπορεί σε βάθος χρόνου να ανατραπεί»).
Σκόπιμα αναφέρω «κράτος της Κύπρου» και όχι «Κυπριακή Δημοκρατία». Ακριβώς το Σχέδιο Ανάν προέβλεπε τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάστασή της από νέο κράτος που θα πληρούσε τις προδιαγραφές που ήθελε η Τουρκία (και του οποίου ένθερμοι θιασώτες ήταν σχεδόν σύσσωμος ο ελληνικός πολιτικός κόσμος και οι «καθωσπρέπει», δηλαδή όχι οι «φαιδροί» ή «γραφικοί», διαμορφωτές της κοινής γνώμης και «σοβαροί» ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, όπως η κ. Θ. Δραγώνα και ο Νίκος Μουζέλης - είναι όντως συγκινητικό, αλλά από τότε φαίνεται χρονολογείται και το αμοιβαίο αίσθημα το οποίο και τους ένωσε αργότερα).
Το επάρατο αυτό σχέδιο στην Κύπρο, που έτυχε υποστήριξης από τον εσμό των χρηματοδοτούμενων, όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, από ξένα κέντρα κεκρακτών ή ελεεινών ψιττακίσκων της δοτής άνωθεν προς αυτούς εντολής. Αλλά κατά τα φαινόμενα και το κυοφορούμενο από τις συνεχιζόμενες επί του Κυπριακού διαπραγματεύσεις της Τουρκίας (που χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο του Ταλάτ) με τον Πρόεδρο Χριστόφια κατατείνει και αυτό ωσαύτως στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήλθε φαίνεται ο χρόνος για να «χωνέψουν» (κατά την έκφραση του Γκιουνές το 1976) οι Έλληνες σε Ελλάδα και Κύπρο τα τετελεσμένα του 1974. Κοντός ψαλμός αλληλούια....
http://www.ert-archives.gr/V3/public/page-assetview.aspx?tid=85132&tsz=0
Ντοκιμαντέρ της Μ.Μερκούρη για την κατοχή στην Βόρεια Κύπρο το οποίο δημιουργήθηκε το 1975.
Ντοκιμαντέρ της Μ.Μερκούρη για την κατοχή στην Βόρεια Κύπρο το οποίο δημιουργήθηκε το 1975.
ΚΥΠΡΟΣ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ. ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ
15 Ιουλίου 1974
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Το συγκεκριμένο επεισόδιο της σειράς "ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ", αποτελεί το β μέρος της εκπομπής αφιερωμένης στα γεγονότα της Κύπρου το 1974, η οποία διερευνά τα αίτια του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου του 1974, με στόχο τη βίαιη ανατροπή του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας ΜΑΚΑΡΙΟΥ, που προκάλεσε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου του 1974. Μέσα από μαρτυρίες προσώπων της πολιτικής ζωής της Κύπρου, παρουσιάζονται οι προπαρασκευαστικές κινήσεις μέχρι την εκδήλωση του πραξικοπήματος, το χρονικό της επίθεσης εναντίον του Προεδρικού Μεγάρου, οι πρώτες αντιδράσεις και η φυγάδευση του ΜΑΚΑΡΙΟΥ, οι δυνάμεις αντίστασης, ο εμφύλιος σπαραγμός που ακολούθησε αλλά και ο τρόπος που αντιμετώπισε ο ελληνικός τύπος την ορκωμοσία της Κυβέρνησης Σαμψών. Παράλληλα, γίνεται αναφορά στην πολιτική κατάσταση στο νησί λίγο πριν το πραξικόπημα και αναζητώνται οι αιτίες της εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Γίνεται λόγος επίσης, για τη διείσδυση του καθεστώτος της Χούντας στην Κύπρο την εποχή εκείνη, τη στελέχωση της Εθνικής Φρουράς με Έλληνες αξιωματικούς και τη δράση της ΕΟΚΑ Β, ενώ ερευνάται η ανάμιξή της στο πραξικόπημα. Τέλος, αναδεικνύεται η στάση των πολιτικών κομμάτων της Κύπρου, σκιαγραφούνται οι εκτιμήσεις του ΜΑΚΑΡΙΟΥ πριν την εκδήλωση του πραξικοπήματος και επιχειρείται η αποτίμηση των επιπτώσεων του πραξικοπήματος σε σχέση με την επίλυση του κυπριακού προβλήματος.
Αφηγούνται μνήμες και διατυπώνουν κρίσεις για τα γεγονότα ο δημοσιογράφος πρώην στέλεχος της ΕΟΚΑ Β ΣΠ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ο υφυπουργός παρά τω Προέδρω της Δημοκρατίας ΠΑΤΡΟΚΛΟΣ ΣΤΑΥΡΟΥ, ο τέως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ΣΠΥΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ, ο εκπρόσωπος των Ενωτικών (ΔΕΚ) ψυχίατρος ΤΑΚΗΣ ΕΥΔΟΚΑΣ, ο εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΟΥΜΠΟΥΡΗΣ, ο πρόεδρος του ΕΔΕΚ ΒΑΣΟΣ ΛΥΣΣΑΡΙΔΗΣ, ο πολιτικός επιστήμονας ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΤΣΟΥ.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής προβάλλεται σχετικό αρχειακό κινηματογραφικό υλικό, καθώς και ηχητικό απόσπασμα με τη φωνή του Αρχιεπισκόπου ΜΑΚΑΡΙΟΥ από το διάγγελμα που απηύθυνε από την Πάφο στον κυπριακό λαό ότι ήταν ζωντανός.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
http://www.ert.gr/ert-arxeio/item/17211-KYPROS-WRA-MHDE%CE%9D-TO-PRAXIKOPHMA
Παρόμοια θέματα
» Η ιστορία μιας φωτογραφίας
» Οι χωρικές προϋποθέσεις μιας εξέγερσης
» Ο Κατίδης μιας άλλης εποχής!
» Aλέξης Γρηγορόπουλος: Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας δολοφονίας
» “Τα όνειρά σου πάγωσες στην αγωνία μιας πληγής”
» Οι χωρικές προϋποθέσεις μιας εξέγερσης
» Ο Κατίδης μιας άλλης εποχής!
» Aλέξης Γρηγορόπουλος: Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας δολοφονίας
» “Τα όνειρά σου πάγωσες στην αγωνία μιας πληγής”
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης